Εκτιμώ πως η συζήτηση για την Ευρώπη και τις προοπτικές της έχει κάπως εξαντλήσει γενικά το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού. Ολοι επικεντρωνόμαστε στις υπάρχουσες η διαφαινόμενες οικονομικές δυνατότητες και στις προσπάθειες για διατύπωση κάποιας γενικής πολιτικής διάσωσης των «άσωτων» κρατών. Οταν προφανώς λέμε άσωτα εννοούμε τα κράτη που δυσκολεύονται να είτε εξασφαλίσουν κάποιας μορφής δημοσιονομική πειθαρχία είτε να την διατηρήσουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα δίχως να ξανακυλίσουν σε βαθιά χρέη και σε νέο δανεισμό.
Οταν συζητάμε όλα αυτά τα δεδομένα έχω την εντύπωση πως παραμερίζουμε από την σκέψη μας ένα σοβαρότατο παράγοντα. Που ριζικά επηρεάζει την όποια συμπεριφορά των κρατών. Κι αυτή βέβαια είναι η κοινοβουλευτική δημοκρατία. Με την θεμελιωμένη αρχή του γενικού εκλογικού δικαιώματος. Με άλλα λόγια, οι κυβερνήσεις που θα κληθούν να εφαρμόσουν πολιτικές ισοσκελισμένων προυπολογισμών και διαχειριστικής πειθαρχίας είναι αναγκασμένες να δώσουν λόγο σε εκλογικά ακροατήρια εθισμένα
στις παροχές και σε γενναιόδωρες κυβερνητικές τοποθετήσεις.
Πως είναι δυνατόν να επιβιώσουν πολιτικά κυβερνήσεις που θα ενδώσουν στο Γερμανικό αίτημα για συνταγματική κατοχύρωση μιάς οικονομικής πολιτικής στηριγμένης στην λογική και στην λιτότητα; Τουλάχιστον η Αθήνα, η Ρώμη, η Μαδρίτη, η Λισσαβώνα και πιθανότατα το Δουβλίνο αλλά και το Παρίσι δεν θα δεχθούν εύκολα τέτοιους περιορισμούς. Από την άλλη μεριά οι οικονομικές ανάγκες πιέζουν. Και οι Γερμανοί πλέον δεν δέχονται, παρά τα οφέλη που αναμφισβήτητα απολαμβάνουν, να διασώζουν ευρωπαίους που ξοδεύουν καταναλώνοντας πολλά παραπάνω από όσα κερδίζουν. Ποιά θα είναι η τελική εξέλιξη; Κανείς με σιγουριά δεν μπορεί να απαντήσει.
Χρειάζεται όμως εδώ να βγούμε λίγο από το μέσον της εικόνας και να δούμε όλο το εγχείρημα από κάποια απόσταση. Περνάμε μιά περίοδο ριζικών ανακατατάξεων. Οσοι προβλέπουν και σχεδιάζουν, ζημιωμένοι δύσκολα θα βγούν. Κι εμείς δυστυχώς δεν είμαστε ανάμεσά τους. Από ημέρες με βασανίζει μιά σκέψη. Που με κάνει να γίνομαι ακόμη περισσότερο ανήσυχος για τις εξελίξεις και για την θέση μας σαν χώρα μέσα σε αυτές. Πόσο τυχαίο ήταν άραγε το γεγονός πως κάποιους μήνες νωρίτερα, στο μέσον περίπου του καλοκαιριού, η Τουρκία έστησε, η εκμεταλλεύτηκε, ένα ναυτικό επεισόδιο έξω από την Γάζα για να βρεί την ευκαιρία να διαφοροποιηθεί από το Ισραήλ και να ενισχύσει την πολιτική της αξιοπιστία στον Αραβικό μουσουλμανικό κόσμο;
Κι όταν άξαφνα ξέσπασαν αναστατώσεις σε σημαντικές Αραβικές πρωτεύουσες, με αιτήματα ανατροπής καθεστώτων κι’ αύξησης της μουσουλμανικής επιρροής, η Αγκυρα βρέθηκε να είναι ήδη στη θέση του πιλότου έτοιμη να εκμεταλλευθεί τις εξελίξεις, εμφανιζόμενη σαν η ήρεμη μουσουλμανική δύναμη με αποδείξεις εξαιρετικών οικονομικών επιδόσεων. Η εκτίμησή μου είναι πως όλα αυτά δεν έγιναν δίχως την γνώση, η και την ανοχή, των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Και το είχα γράψει από τον περασμένο Αύγουστο. Ολες αυτές οι ανακατατάξεις στη Μέση Ανατολή θα μας εντυπωσιάσουν με την τελική τους απόληξη. Να μην εκπλαγούμε αν δούμε προσέγγιση του Ιράν με την Δύση κι’ αναστατώσεις σε Ρωσία και Κίνα από εσωτερικές εντάσεις στις περιοχές των μειονοτικών μουσουλμανικών τους πληθυσμών (Ουιγούροι, Χιούι στην Κίνα, Καύκασος, περιοχή Βόλγα – Ουραλίων στην Ρωσική Ομοσπονδία).
Είναι λοιπόν δεδομένο πως στα πλαίσια τέτοιων αναπροσαρμογών δεν θα πρέπει να βλέπουμε τις πιθανές εξελίξεις στην Ευρώπη κάτω από την στενή διόπτρα του λογιστή των Βρυξελλών η του ανήσυχου πολιτικού της Αθήνας. Με την ευκαιρία των χρεοκοπημένων οικονομιών του Ευρωπαικού νότου η Γερμανία έχει την δυνατότητα, με απόλυτα ειρηνικό τρόπο, να επιβάλει ένα είδος απόλυτης ηγεμονίας στην Ευρώπη. Κάτω μάλιστα από τις σχετικές παρακλήσεις των χωρών που έχουν ανάγκη της βοήθειάς της. Με το Βερολίνο να ηγεμονεύει στην Ευρώπη, την Ρωσία να αντιμετωπίζει σοβαρά ζητήματα συνοχής η αβεβαιότητας και την Μ. Ανατολή στις φλόγες – κάτω από την δεσπόζουσα παρουσία της Τουρκίας – κάποιος σίγουρα θα κάθεται σε αναμμένα κάρβουνα. Δίχως άλλη παρέμβαση, μιά ανασφαλής Ρωσία θα προσεγγίσει φυσιολογικά την ηγεμονική Γερμανία. Και η Τουρκία βέβαια θα βρεθεί κάπου εκεί κοντά. Κι αυτός που θα ανησυχεί, τότε θα αρχίσει πραγματικά να τρώει τα νύχια του...
Οπως είναι σχεδόν αυτονόητο το σχόλιό μου αφορά την Ουάσιγκτον. Μιά πανίσχυρη Γερμανία, με κοντά της την Ρωσία και με σημαντικές επιδράσεις στην Τουρκία οδηγεί τις ΗΠΑ στο ναδίρ της γεωπολιτικής τoυς επιρροής. Οπως είχε σημειώσει παλαιότερα ο Χένρυ Κίσινγκερ στο σημαντικό του βιβλίο «Διπλωματία», μιά προσέγγιση Γερμανίας – Ρωσίας αποτελεί καταστροφή για τα αμερικανικά εθνικά συμφέροντα σε παγκόσμιο επίπεδο. Και με βάση την εμπειρία μου παλαιότερα, από παιχνίδια διεθνούς εξομοίωσης στο Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ, η προσέγγιση Ρωσίας – Τουρκίας, δίχως την Γερμανία εμπόδιο, οδηγεί ολόκληρη την Ευρώπη αλλά και το σύνολο της Βόρειας Αφρικής στα χέρια αυτού που ασκεί άμεση η έμμεση εξουσία στην Ευρώπη.
Είναι λοιπόν θέμα απλά και μόνο οικονομικών υπολογισμών η πιθανότητα συνταγματικής κατοχύρωσης της δημοσιονομικής πειθαρχίας στην Ευρώπη; Και θεσμοποίησης περίπου του ηγετικού ρόλου της Γερμανίας; Η θα εξαρτηθεί από τον συνυπολογισμό πολλών πολιτικών και γεωστρατηγικών παραγόντων που θα εκφρασθούν βέβαια, αντιδρώντας, με διάφορους ανορθόδοξους τρόπους; Δεν έχει υπάρξει προηγούμενο στην ιστορία με την Γερμανία να βρίσκεται αγκαλιά με την Ρωσία, και με την Τουρκία να έχει αφεθεί να είναι επίσημα κοντά στην τελευταία. Θα υπάρξει τώρα η εξαίρεση; Δύσκολο το βλέπω.
Ηδη διακρίνουμε αντιδράσεις απέναντι στην Γερμανική πρόταση από χώρες που έχουν απόλυτα την ανάγκη της. Ακόμα και η Ελλάδα αρνείται την σχετική συνταγματική δέσμευση. Αλλο μεγάλο ερωτηματικό είναι η στάση της Βρετανίας. Που, δίχως να είναι στην ευρωζώνη, δύσκολα θα ανεχθεί μιά τέτοια ενίσχυση της Γερμανίας. Ηδη βλέπουμε να χτίζονται προσεγγίσεις Βρετανίας – Ρωσίας. Πριν από ελάχιστα χρόνια οι δύο χώρες ήσαν στα μαχαίρια, με την BP να διώχνεται από τα Ρωσικά εδάφη με ελάχιστα κομψό τρόπο. Αξαφνα τώρα, η γιγαντιαία καθεστωτική πετρελαική ρωσική εταιρία Rosneft ανακοίνωσε καινούργια συμφωνία συνεργασίας με τον βρετανικό επιχειρηματικό κολοσσό για την εκμετάλλευση κοιτασμάτων στον Βορρά και την Ρωσική Απω Ανατολή. Τυχαίο; Δύσκολο να το δεχθεί κάποιος. Όταν μάλιστα χρονικά συμπίπτει με έξαρση των ισλαμικών τρομοκρατικών ξεσπασμάτων στην Ρωσική ενδοχώρα...
Τι μπορούμε λοιπόν να περιμένουμε; Σίγουρα εξαιρετικά συναρπαστικές πολιτικές εξελίξεις. Με την χώρα μας, και κυρίως τον λαό μας, να συνειδητοποιούν επι τέλους πως αν δεν βάλουμε τάξη στα οικονομικά μας το μέλλον προδιαγράφεται ζοφερό. Κι όχι μόνο οικονομικά – εισοδηματικά. Οι εθνικιστικές κορώνες περισσεύουν. Αυτό που ο τόπος χρειάζεται είναι νηφαλιότητα, γνώση και σχεδιασμό. Ξεκινώντας από την μείωση του καρκινώματος που αποκαλείται δημόσιος τομέας της οικονομίας.
Δημοσιεύεται στο τεύχος Μαρτίου του περιοδικού Journal of Books