Η ελληνική κρίση δεν είναι μόνο δημοσιονομική, κρίση αξιών, αξιοπιστίας. Δεν αφορά μόνο τη διαφθορά. Είναι κυρίως κρίση ταυτότητας. Εχει να κάνει με ένα κεφαλαιώδες έλλειμμα προθέσεων και αυτογνωσίας.
Το πρόβλημά μας δεν είναι μόνο τα αβυσσαλέα χρέη, η διάλυση στην υγεία, η καταρρέουσα κοινωνική ασφάλιση, η διαρκώς μεταρρυθμιζόμενη παιδεία. Είναι η έλλειψη συγκρότησης. Η απουσία στόχου, προσανατολισμού, η πορεία άνευ σχεδίου. Μια χώρα με εσωτερική ισχύ διαθέτει σταθερή κατεύθυνση, συνεκτική κοινωνία, γνώση της θέσης της, των αδυναμιών και των ευκαιριών της.
Στην Ελλάδα η άσκηση πολιτικής είναι συγκυριακή. Το κόμμα που κατακτά την εξουσία, δεν συνεχίζει το έργο των προκατόχων. Το κατεδαφίζει και ξαναρχίζει πάνω «σε καμένη γη». Παράλληλα, εξαπολύεται για λαφυραγωγία οικοδομώντας το επόμενο «χάος».
Δεν είναι ότι η Ελλάδα δεν έχει θέσει ποτέ στόχους. Εχει θέσει, τους έχει πετύχει, βέβαια πάντα ασθμαίνοντας, συχνά σε σαθρή βάση, «με δανεικά», με τεχνάσματα, αλλά και με τις θυσίες και την υπερπροσπάθεια εκείνου που πιστεύει ότι υπηρετεί έναν εθνικό σκοπό (βλέπε είσοδος στην ΕΟΚ, στην ΟΝΕ, διοργάνωση Ολυμπιακών Αγώνων). Αγγίζει «το όνειρο» και στη συνέχεια εγκαταλείπει τον αγώνα. Επιστρέφει στα συνήθη, στην πολιτική ανεπάρκεια, την οικονομική στρέβλωση, την άναρχη πρόχειρη σπασμωδική ευημερία, την κάλυψη των σοβαρών αδυναμιών με τα χρήματα των εύκολων εισροών.
Οι κυβερνώντες δεν παύουν λεπτό να αναμασούν φαντασιοκοπήματα και να δρουν χωρίς έρεισμα και αίσθηση συνέχειας. Οπως έδειξε με δραματική σαφήνεια η μελέτη του ΕΚΚΕ «Κοινωνικό πορτρέτο της Ελλάδας 2010», το κράτος διαμοιράζει χρήματα χωρίς να λαμβάνει υπόψη του την επιστημονική έρευνα (ολέθρια απρονοησία της ελίτ της εξουσίας), δηλαδή χωρίς στρατηγική, άρα χωρίς αποτέλεσμα (π.χ. τα χρήματα της πρόνοιας δεν φτάνουν ποτέ σε εκείνους που έχουν πραγματικά ανάγκη). Χρηματοδοτεί ένα ολόκληρο δίκτυο από επιτροπές και συμβούλια που αποδίδουν... κοπανιστό αέρα, αφού τα σχέδιά τους είτε δεν ολοκληρώνονται είτε δεν συντονίζονται είτε δεν υλοποιούνται – εξάλλου δεν είναι αυτός ο τελικός στόχος. Δημιουργεί στους γονείς τη φρούδα ελπίδα πως, αν τα παιδιά τους πάρουν και ένα και δύο και τρία πτυχία, θα βρουν μια καλή δουλειά, όταν η ελληνική οικονομία, ο χαμηλής παραγωγικότητας ιδιωτικός τομέας αδυνατεί να τα απορροφήσει – από τους 600.000 πτυχιούχους, την τελευταία 15ετία, σύμφωνα με την έρευνα, μόνον οι 250.000 βρήκαν δουλειά ανάλογη με τις σπουδές τους και αυτή στο Δημόσιο. Προσλαμβάνει κυρίως χαμηλόμισθους ημι-ανειδίκευτους – αυτούς χρειάζεται.
Με άλλα λόγια, οι ιθύνοντες δεν θέλουν να περιγράψουν ποιοι ακριβώς είμαστε (από την άγνοια, τον αποπροσανατολισμό, τη σύγχυση πλουτίζουν αρκετοί), ενθαρρύνοντας τη διόγκωση νοσηρών φαινομένων, παρασύροντας ολόκληρη την κοινωνία σε τραγικές περιπέτειες και εκποιώντας αδιάντροπα το μέλλον. Διότι μια χώρα που δεν αυτοελέγχεται, αυτοπεριπαίζεται, δεν αυτοδιορθώνεται, δεν δομείται, εκπίπτει στον ρόλο του υπερχρεωμένου αδύναμου που θα τιμωρείται αενάως αφαιμασσόμενος στυγνότατα.
(πηγη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)