Δευτέρα 21 Ιουνίου 2010

Ερχεται «μπαράζ» προσφυγών για εργασιακό και ασφαλιστικό.

Εγκριτοι δικαστικοί επισημαίνουν πως εντοπίζονται πολλές παραβάσεις του Συντάγματος και διεθνών συνθηκών στα μέτρα που παίρνει η κυβέρνηση και εκτιμούν πως σύντομα η χώρα θα μετατραπεί σε ένα απέραντο δικαστήριο

Σε ένα απέραντο δικαστήριο θα μετατραπεί σύντομα η χώρα, καθώς θα υπάρξει κύμα προσφυγών και αγωγών εναντίον του συνόλου των μέτρων που παίρνει η κυβέρνηση (για το Εργασιακό, το Ασφαλιστικό, τις οικονομικές περικοπές). Αρκετά από αυτά υποστηρίζεται ότι μπορεί να προσκρούσουν στον προστατευτικό τοίχο του Συντάγματος, σε διεθνείς συνθήκες και τελικά στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.

Τα μέτρα θα περάσουν άμεσα από έναν πρώτο σύντομο δικαστικό έλεγχο, όπου είναι πιθανό να έχουν μικρές «απώλειες» και να κριθούν κατ’ αρχήν νόμιμα, εν όψει του έντονου δημοσίου συμφέροντος που επικαλείται η κυβέρνηση και των έκτακτων δημοσιονομικών συνθηκών που αντιμετωπίζει η χώρα.

Ωστόσο, το «μπαράζ» των προσφυγών που θα ακολουθήσει μπορεί να έχει τελείως διαφορετική τύχη στα εθνικά ή και ευρωπαϊκά δικαστήρια. Εγκριτοι δικαστικοί λειτουργοί βεβαιώνουν ότι στην πράξη, όταν «καταλαγιάσει ο κουρνιαχτός», μπορούν να εντοπιστούν πολλές παραβάσεις του Συντάγματος και διεθνών συνθηκών, ιδίως σε περιπτώσεις αιφνίδιων αλλαγών που θίγουν «ώριμα δικαιώματα» ή χειροτερεύουν τις εργασιακές ή συνταξιοδοτικές συνθήκες σε δυσανάλογα μεγάλο βαθμό, προσβάλλοντας έτσι όχι μόνο την αρχή της αναλογικότητας αλλά και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του πολίτη προς το κράτος. Ηδη οι πρώτες προσφυγές στρέφονται κατά της περικοπής επιδομάτων και δώρων (αδείας, γιορτών) σε δημοσίους υπαλλήλους και συνταξιούχους, που έγινε με τα πρώτα νομοθετικά μέτρα της κυβέρνησης.

Στην περικοπή αυτή έδωσε τη συγκατάθεσή της η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΣ) με ελάχιστες επιφυλάξεις, κρίνοντας τις ρυθμίσεις αναγκαίες και αναπόφευκτες, λόγω της εξαιρετικά κρίσιμης δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας και της υποχρέωσης να ανταποκριθεί στους όρους του πρόσφατου δανεισμού (ΔΝΤ - Ευρωζώνη).

Ομως, ακόμα και σε αυτή την αρχική «μουδιασμένη» προσέγγιση επισημάνθηκε ότι θίγονται συνταξιοδοτικά και περιουσιακά δικαιώματα (περικοπή 13ης - 14ης σύνταξης, δώρων γιορτών κ.λπ.) που έχουν και συνταγματική κατοχύρωση.

Επισημάνθηκε μάλιστα ότι θα ακολουθήσουν αθρόες προσφυγές στην ελληνική και την ευρωπαϊκή δικαιοσύνη, αφού διάφορες ρυθμίσεις φαίνεται ότι παραβιάζουν την ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων Ανθρώπου), το Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά - πολιτικά δικαιώματα, τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ιδίως για τα περιουσιακά δικαιώματα. Ηδη από την πρώτη αυτή προσέγγιση υπήρξαν και δικαστικές φωνές «διαμαρτυρίας» για τα μέτρα που υπαγόρευσε η τρόικα και το «απαράδεκτο επιτόκιο αλληλεγγύης των Ευρωπαίων εταίρων, ύψους 5%», όπως επεσήμανε ο γενικός επίτροπος ΕΣ, Γ. Σχοινιωτάκης.

Ο ΛΑΦΚΑ

Η επαναφορά του ΛΑΦΚΑ στις μεγαλύτερες συντάξεις θα προσβληθεί και πάλι δικαστικά, με την εύλογη προσδοκία να κρίνει πάλι το ΕΣ (αλλά και τα διοικητικά δικαστήρια) ότι η ρύθμιση παραβιάζει το 1ο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ κα τα παρακρατηθέντα ποσά πρέπει να επιστραφούν στους δικαιούχους. Στην παλαιότερη ρύθμιση είχε επισημανθεί ότι θίγονται περιουσιακά δικαιώματα, χωρίς να προκύπτουν λόγοι έντονου δημοσίου συμφέροντος.

«Μάχη» για όρια ηλικίας και μείωση συντάξεων

Στην «τσιμπίδα» της Δικαιοσύνης θα βρεθούν σύντομα υποθέσεις για τη μη αναγνώριση συνταξιοδοτικού δικαιώματος αλλά και περικοπής του ύψους των συντάξεων.

Δικαστικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι με βάση την υπάρχουσα νομολογία, ο νομοθέτης μπορεί κατ’ αρχήν να αλλάξει το ισχύον καθεστώς προς το χειρότερο, εφόσον επιβάλλεται από λόγους δημοσίου συμφέροντος.

Ωστόσο τα περιουσιακά δικαιώματα κατοχυρώνονται και από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (όχι απαραίτητα ως προς το ύψος τους) και μένει να κριθεί πόσο χαμηλά είναι ανεκτό να οδηγηθούν.

Μπορεί, για παράδειγμα, να κριθεί ότι οι επιβαρύνσεις είναι δυσανάλογα μεγάλες για συγκεκριμένες κατηγορίες ή ότι θίγονται αιφνιδίως πολίτες που θεωρείται ότι είχαν αποκτήσει «ώριμα δικαιώματα».

Ευρωπαϊκό Δικαστήριο

Με αρκετές αποφάσεις του το Ευρωδικαστήριο αναγνώρισε την κατοχύρωση περιουσιακών δικαιωμάτων (και συντάξεων) και υπήρξαν περιπτώσεις μεμονωμένων πάντως πολιτών, για τις οποίες δέχθηκε ότι η δραστική μείωση μιας κοινωνικής παροχής (συνταξιοδοτικής παροχής σε περίπτωση χηρείας, βοηθήματος αναπηρίας κ.λπ.) σε συνδυασμό με την αλλαγή των διατάξεων, με την οποία είχε αρχικά υπολογιστεί, μπορεί να παραβιάζουν την ΕΣΔΑ και την προστασία των περιουσιακών δικαιωμάτων (από το 1ο Πρόσθετο Πρωτόκολλο).

Απομένει να κριθεί αν συνιστούν ανάλογη παραβίαση και οι δραστικές μειώσεις για ευρύτερες κατηγορίες ή το σύνολο των πολιτών.

Συνταγματικά κατοχυρωμένη η διαδικασία της διαιτησίας

Για την έμμεση κατάργηση των διαιτησιών, δικαστικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι όποτε είχε αμφισβητηθεί δικαστικά η σχετική διαδικασία από την πλευρά των εργοδοτών, υπήρξε πλούσια νομολογία των ανωτάτων δικαστηρίων που αναγνώρισε τη συνταγματική κατοχύρωση του ισχύοντος συστήματος.

Για τα νέα μέτρα για τις αποζημιώσεις των απολύσεων, δικαστικοί κύκλοι παρατηρούν ότι γίνονται «εύκολες και ελκυστικές» οι απολύσεις στις ηλικίες των μεγαλύτερων αποδοχών (45άρηδες - 55άρηδες) και αντί να προστατεύουν τον εργαζόμενο αποτελούν κίνητρο για την απομάκρυνσή του και την αντικατάστασή του.

Η προοπτική της δημιουργίας ανέργων γονέων αυτής της ηλικίας -αφού ο εργοδότης θα φροντίζει για την έγκαιρη απόλυση πριν από τα 55 έτη, ώστε να αποφεύγει τη συμμετοχή στην αυτασφάλιση- θα οδηγήσει σε καταβαράθρωση του κοινωνικού ιστού στη χώρα μας, όπου είναι γνωστό ότι οι γονείς στηρίζουν οικονομικά τα παιδιά, πολύ περισσότερο τώρα που οι κατώτερες αποδοχές τους θα είναι μειωμένες, όπως και οι συντάξεις των παππούδων.

Τα δικαστήρια -τονίζουν οι ίδιοι δικαστικοί- θα κληθούν να επανεκτιμήσουν τα κοινωνικά κριτήρια που πρέπει να υπάρχουν στις απολύσεις.

Προστασία εργαζομένων

Ετσι, μαζί με τη νομολογία που δέχεται ότι πρέπει να προστατεύονται περισσότερο οι μεγαλύτεροι σε ηλικία και υπηρεσιακή αρχαιότητα και όσοι έχουν μεγαλύτερες οικογενειακές ανάγκες, θα πρέπει να συνεκτιμάται ότι ο απομακρυνόμενος σε αυτή την ηλικία είναι εξαιρετικά δύσκολο -αν όχι αδύνατο- να ξαναβρεί εργασία. Παράλληλα υπογραμμίζεται ότι με τα τεχνάσματα του διατάγματος στην πράξη ο εργοδότης γλιτώνει πολύ περισσότερο από τη μισή αποζημίωση στην απόλυση, αφού με τον ελάχιστο χρόνο προειδοποίησης (4 το πολύ αντί 24 μηνών) «κερδίζει» και μισθούς 20 μηνών, που αλλιώς θα ήταν υποχρεωμένος να καταβάλει. Μάλιστα ο απολυόμενος σε τέτοιες ηλικίες αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να μην μπορεί να συνταξιοδοτηθεί, αφού δεν θα μπορεί να συμπληρώσει την απαιτούμενη πλέον 35ετία ή 40ετία.

(πηγη ΕΘΝΟΣ)