Η ΑΝΑΛΗΨΗ της πρωθυπουργίας από τον καθηγητή κ.
Λουκά Παπαδήμο, κεντρικό τραπεζίτη της χώρας επί ημερών Κώστα Σημίτη,
αντιπρόεδρο στη συνέχεια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και
μέχρι χθες σύμβουλο του Γιώργου Παπανδρέου, προκάλεσε ανάμεικτα
συναισθήματα. Οι πολίτες ένιωσαν ανακούφιση γιατί είδαν να
απομακρύνεται από την εξουσία μία από τις χειρότερες κυβερνήσεις των
τελευταίων ετών και να παίρνει τη θέση της ένα νέο σχήμα, το οποίο
διαθέτει την πολιτική και κοινοβουλευτική στήριξη του συνόλου των
πολιτικών δυνάμεων της χώρας, πλην Αριστεράς. Και επίσης, γιατί είδαν
να αντικαθίσταται ένας αναποτελεσματικός και συχνά επικίνδυνος
πρωθυπουργός, που
παραλίγο να ρίξει τη χώρα στα βράχια, με έναν
τεχνοκράτη υψηλού κύρους και μεγάλης εμπειρίας. Τη θετική αυτή εξέλιξη
σκιάζει, όμως, η αγωνία για την πολιτική που θα ακολουθήσει ο νέος
πρωθυπουργός, καθώς και για τον βαθμό συνεργασίας που θα επιτευχθεί
στην πράξη ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις οι οποίες στηρίζουν τη νέα
κυβέρνηση και, ιδίως, ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ.
ΑΠΟ ΤΗ ΣΤΗΛΗ αυτή υποστηρίξαμε συχνά, στο
πρόσφατο παρελθόν, την ανάγκη ευρύτερης κυβερνητικής συνεργασίας, για
την ομαλή έξοδο της χώρας από τη βαθιά και πολύπλευρη κρίση. Με τη
διαφορά ότι εμείς μιλούσαμε για συγκυβέρνηση ελληνικής και όχι
ευρωπαϊκής έμπνευσης, δηλαδή για συναίνεση που θα προέκυπτε με
αποκλειστική πρωτοβουλία των ελληνικών κομμάτων, από την ανάγκη να
καταστεί η χώρα ισχυρότερη και, επομένως, αποτελεσματικότερη στη
διαπραγμάτευσή της με τους δανειστές της και, βέβαια, όχι από την
απροκάλυπτη προσπάθεια της τρόικας και του γαλλογερμανικού άξονα να
επιβάλει σκληρή εσωτερική πειθαρχία στην Ελλάδα, εν όψει της εφαρμογής
των αποφάσεων της 26ης Οκτωβρίου και των μέτρων που αυτές συνεπάγονται…
Είναι απολύτως προφανές ότι αν και στις δύο περιπτώσεις μιλούμε για
κυβέρνηση ευρύτερης συνεργασίας, εν τούτοις πρόκειται για δύο εντελώς
διαφορετικά σενάρια, τα οποία, στην πραγματικότητα, έχουν τελείως
αντίθετη λογική και στόχευση. Το ένα αποσκοπεί στη χαλάρωση της
αδιέξοδης φορομπηχτικής και φοροεισπρακτικής πολιτικής, που σήμερα
εφαρμόζεται αδιακρίτως σε βάρος των συνηθισμένων «υποζυγίων», με
καταστροφικές συνέπειες για την ελληνική οικονομία, αλλά και στη
διεκδίκηση αναπτυξιακών λύσεων και κονδυλίων, για να σηκώσει κεφάλι η
γονατισμένη από την ύφεση ελληνική οικονομία… Το άλλο επιδιώκει την
παράταση και πιθανόν τη σκλήρυνση της μνημονιακής πολιτικής, που μας
οδήγησε μέχρι εδώ, και την κάμψη των αντιστάσεων, που αυτή προκαλεί!
Επιδιώκει, δηλαδή, την απαρέγκλιτη και αδιαμαρτύρητη εφαρμογή του νέου
δεκαετούς Μνημονίου, που φέρνει μαζί της η απόφαση της 26ης Οκτωβρίου…
Η ΕΒΔΟΜΑΔΑ που πέρασε υπήρξε για το πολιτικό μας
σύστημα μία από τις χειρότερες των τελευταίων δεκαετιών. Οι πολυήμερες,
αδιέξοδες διαπραγματεύσεις, τα μικροκομματικά παιχνίδια εντυπώσεων, οι
παρασκηνιακοί ελιγμοί και τακτικισμοί, τα ονόματα που έπεφταν στο
τραπέζι απλώς και μόνο για να καούν και οι κατευθυνόμενες διαρροές στα
πρόθυμα μέσα μαζικής ενημέρωσης αποκάλυψαν πιο έντονα από κάθε άλλη
φορά τον βαθμό ανωριμότητας και ανευθυνότητας των κομμάτων μας και των
ηγεσιών τους. Ακόμη και μπροστά στο χείλος του γκρεμού, αδυνατούν να
εγκαταλείψουν τις προσωπικές και κομματικές σκοπιμότητες και
στρατηγικές, χάριν του εθνικούς συμφέροντος. Και το έπραξαν τελικώς
μόνον υπό την εκβιαστική απειλή των δανειστών μας ότι θα μας
εγκαταλείψουν στην τύχη μας, δηλαδή ότι θα μας αφήσουν να πτωχεύσουμε
και να οδηγηθούμε αναγκαστικά εκτός ευρωζώνης. Όταν, όμως, μία τόσο
σημαντική εθνικά εξέλιξη, όπως ο σχηματισμός κυβέρνησης ευρύτερης
συνεργασίας, επιβάλλεται από το εξωτερικό και πανηγυρίζεται από την
τρόικα και τους δανειστές μας, πόσο αισιόδοξοι μπορεί να είναι οι
Έλληνες ότι θα αποβεί υπέρ των δικών τους συμφερόντων; Πόσο σίγουροι
μπορούν να είναι ότι η εξέλιξη αυτή δεν λειτουργεί, σε τελική ανάλυση,
αποκλειστικά και μόνο υπέρ των δανειστών μας;
ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΩΡΑ το κρίσιμο διακύβευμα για τον
νέο πρωθυπουργό κ. Λουκά Παπαδήμο, την κυβέρνησή του και τις ηγεσίες
των κομμάτων που τη στηρίζουν. Ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κ.
Στεφανόπουλος, με μία σοφή παρέμβασή του, έδειξε τον δρόμο. Το νέο
κυβερνητικό σχήμα πρέπει να διεκδικήσει με σθένος και με την ενεργό
συμπαράταξη του συνόλου των πολιτικών δυνάμεων, χαλάρωση της
περιοριστικής και φορομπηχτικής πολιτικής, που βαθαίνει την ύφεση και
–αποδεδειγμένα πλέον- δεν φέρνει κανένα θετικό αποτέλεσμα. Και πρέπει
ακόμη να διεκδικήσει με πείσμα και δυναμισμό την ευρωπαϊκή οικονομική
και πολιτική υποστήριξη σε ένα συγκεκριμένο και ταχύρρυθμο σχέδιο
ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Και στη συνέχεια πρέπει, χωρίς
χρονοτριβή και τηρώντας με θρησκευτική ευλάβεια το συμφωνημένο από τους
πολιτικούς αρχηγούς χρονοδιάγραμμα, να οδηγήσει τη χώρα σε εθνικές
εκλογές. Αν αυτά γίνουν, μπορεί η κυβέρνηση αυτή να μείνει στην
Ιστορία, παρά τον ελάχιστο χρόνο ζωής της. Αν όχι, θα στιγματιστεί ως
κυβέρνηση των δανειστών και των τραπεζών, που επιβλήθηκε στη χώρα από
τον γαλλογερμανικό άξονα, για να εξυπηρετήσει ξένα συμφέροντα. Η
επιλογή ανήκει πρωτίστως στον κ. Παπαδήμο, αλλά και στους πολιτικούς
ηγέτες που τον υποστηρίζουν. Αναμένουμε, επιφυλασσόμενοι…