Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2011

Στεφανιαία μικροαγγειακή δυσλειτουργία ή Σύνδρομο Χ...του Χρ.Στεφανάδη*

33245-broken-heart-2.jpg Είναι γνωστό ότι η στεφανιαία νόσος είναι αποτέλεσμα της δημιουργίας και της εξέλιξης αθηρωματικών πλακών, οι οποίες προκαλούν σημαντικές στενώσεις στις μεγάλες επικαρδιακές στεφανιαίες αρτηρίες, δηλαδή στις μεγάλες αρτηρίες που αιματώνουν την καρδιά.

Στη στεφανιαία μικροαγγειακή δυσλειτουργία ή σύνδρομο Χ, αντίθετα, πάσχουν μόνο οι πολύ μικρές αρτηρίες της καρδιάς, ενώ οι μεγάλες επικαρδιακές αρτηρίες είναι φυσιολογικές. Η στεφανιαία μικροαγγειακή δυσλειτουργία οφείλεται σε μια
πληθώρα μηχανισμών, οι οποίοι συχνά συνυπάρχουν. Αδρά, ταξινομούνται σε δομικούς, λειτουργικούς και εξωαγγειακούς μηχανισμούς. Στους δομικούς μηχανισμούς περιλαμβάνονται η απόφραξη του αυλού από μικροέμβολα, η διήθηση του αγγειακού τοιχώματος, η αγγειακή αναδιαμόρφωση και η περιαγγειακή ίνωση. Στους λειτουργικούς μηχανισμούς περιλαμβάνονται η ενδοθηλιακή δυσλειτουργία, η δυσλειτουργία των λείων μυϊκών κυττάρων και η δυσλειτουργία του αυτόνομου νευρικού συστήματος. Στους εξωαγγειακούς μηχανισμούς περιλαμβάνεται η εξωαυλική συμπίεση.
Αν και οι μηχανισμοί που οδηγούν στην πρόκληση στεφανιαίας μικροαγγειακής δυσλειτουργίας είναι ποικίλοι και όχι πάντα πλήρως ξεκαθαρισμένοι, οι παράγοντες που παίζουν ρόλο στην εμφάνισή της είναι ίδιοι με εκείνους που ευθύνονται για την εμφάνιση αθηρωματικών πλακών στις μεγάλες αρτηρίες. Δηλαδή, φαίνεται ότι οι κλασικοί παράγοντες κινδύνου, όπως οι δυσλιπιδαιμίες (υψηλή τιμή της «κακής» LDL-χοληστερόλης και χαμηλή τιμή της «καλής» HDL-χοληστερόλης), η υψηλή αρτηριακή πίεση (μεγαλύτερη από 140 χιλιοστόμετρα στήλης υδραργύρου συστολική και/ή μεγαλύτερη από 90 χιλιοστόμετρα στήλης υδραργύρου διαστολική), το κάπνισμα, η αντίσταση στην ινσουλίνη, ο σακχαρώδης διαβήτης, η παχυσαρκία, η έλλειψη τακτικής άσκησης, η καθιστική ζωή και η κακή διατροφή αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης στεφανιαίας μικροαγγειακής δυσλειτουργίας. Επίσης τον κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας μικροαγγειακής δυσλειτουργίας αυξάνουν η πρόοδος της ηλικίας (ο κίνδυνος αυξάνεται μετά τα 45 έτη για τους άνδρες και μετά τα 55 έτη για τις γυναίκες) και η ύπαρξη οικογενειακού ιστορικού για καρδιαγγειακά νοσήματα σε πρώιμη ηλικία (εκδήλωση καρδιαγγειακού νοσήματος σε ηλικία μικρότερη των 55 ετών στον πατέρα ή στους αδερφούς και σε μικρότερη των 65 ετών στη μητέρα ή στις αδερφές). Ακόμα, στις γυναίκες η ύπαρξη στεφανιαίας μικροαγγειακής δυσλειτουργίας έχει σχετιστεί με χαμηλά επίπεδα οιστρογόνων πριν ή μετά την εμμηνόπαυση. Μάλιστα, πολλές μελέτες έδειξαν ότι οι γυναίκες παρουσιάζουν πιο συχνά στεφανιαία μικροαγγειακή δυσλειτουργία σε σχέση με τους άνδρες. Δεδομένου ότι υπάρχουν ακόμα αρκετά ερωτηματικά για τα αίτια της συγκεκριμένης νόσου, γίνονται εκτεταμένες έρευνες, οι οποίες αναμένεται στο μέλλον να δώσουν περισσότερες απαντήσεις.
Τα σημεία και τα συμπτώματα της στεφανιαίας μικροαγγειακής δυσλειτουργίας είναι πανομοιότυπα με της κλασικής στεφανιαίας νόσου. Δηλαδή, ο ασθενής παραπονείται για τυπικό οπισθοστερνικό άλγος με αντανάκλαση στην κάτω γνάθο, στη ράχη και τα άνω άκρα κατά την κόπωση, το ψύχος ή την ψυχική καταπόνηση. Ενίοτε μπορεί να εκδηλωθεί με πιο άτυπα συμπτώματα, όπως δύσπνοια, έντονη κόπωση ή αδυναμία και καταβολή. Οι κλασικές δοκιμασίες κοπώσεως, είτε με απλό περπάτημα στον τάπητα είτε με σπινθηρογράφημα είτε με υπερηχοκαρδιογραφική δοκιμασία φόρτισης με διπυριδαμόλη ή δοβουταμίνη, μπορεί να δείξουν περιοχές με μειωμένη αιμάτωση. Ο στεφανιογραφικός έλεγχος, όμως, θα δείξει φυσιολογικές στεφανιαίες αρτηρίες χωρίς στενώσεις.
Η χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής είναι απαραίτητη για την εξάλειψη των συμπτωμάτων και για τον έλεγχο των παραγόντων κινδύνου. Συνήθως, χορηγούνται νιτρώδη, β-αναστολείς και αναστολείς των διαύλων ασβεστίου για την εξάλειψη του οπισθοστερνικού άλγους, ασπιρίνη, στατίνες για τη μείωση της χοληστερόλης και αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης για τη βελτίωση της ενδοθηλιακής λειτουργίας. Επίσης, είναι απαραίτητες η δραστική ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης και του σακχάρου, η μείωση του σωματικού βάρους, η διακοπή του καπνίσματος, η αύξηση της σωματικής δραστηριότητας και η έναρξη μιας υγιεινής δίαιτας.