Κερατόκωνος είναι ο κερατοειδής κωνικού σχήματος και αποτελεί μια ασυνήθιστη κατάσταση κατά την οποία ο κερατοειδής γίνεται πολύ λεπτός και επιμηκύνεται παθολογικά, δημιουργώντας μια προεξοχή. Το ανώμαλο σχήμα που αποκτά μπορεί να προκαλέσει σοβαρή παραμόρφωση στην όραση.
Ο παθολογικός κερατοειδής παραμορφώνει το φως που διαθλάται στο εσωτερικό του ματιού. Αυτό σημαίνει θολερές ή παραμορφωμένες εικόνες. Τα συμπτώματα συνήθως εμφανίζονται κατά την εφηβεία ή στην αρχή της τρίτης δεκαετίας. Η νόσος εξελίσσεται με αργούς ρυθμούς για 10 έως 20 χρόνια και στη συνέχεια παύει να εξελίσσεται. Ο κερατοειδής μπορεί να υποστεί αλλοίωση από οφθαλμικές παθήσεις, τραυματισμό, μόλυνση, προηγούμενες οφθαλμικές επεμβάσεις και από άλλους παράγοντες.
Παρά τη συνεχιζόμενη έρευνα, το αίτιο του κερατόκωνου παραμένει άγνωστο. Θεωρείται γενικά κληρονομική πάθηση. Οι πιθανότητες να έχει κερατόκωνο ο ένας συγγενής εξ αίματος είναι 1/10 και ευτυχώς δεν εκδηλώνεται κλινικά σε παραπάνω από ένα μέλος κάθε οικογένειας. Υπάρχουν περιοχές όπου ο κερατόκωνος είναι πιο συχνός. Για παράδειγμα, στα νησιά Σαντορίνη, Ρόδο και στην Κύπρο ο κερατόκωνος είναι πολύ συχνότερος.
Φαίνεται λοιπόν ότι ο κερατόκωνος αποτελεί κληρονομική πάθηση, που όμως δεν εκφράζεται σε όλα τα μέλη της οικογένειας. Κάποιοι ιδιαίτεροι παράγοντες στη ζωή κάθε ατόμου μπορούν να «ξυπνήσουν» την εκδήλωσή της.
Συνήθως εμφανίζεται σαν μυωπία που αλλάζει συνεχώς με αυξανόμενο αστιγματισμό. Αυτή η αρχική αλλαγή ευαισθητοποιεί τον οφθαλμίατρο για τη διάγνωση. Κάθε οφθαλμός μπορεί να προσβληθεί σε διαφορετικό βαθμό. Μια ξαφνική μείωση της οπτικής οξύτητας μπορεί να παρουσιαστεί όταν ο κερατοειδής εμφανίσει διόγκωση. Η διόγκωση μπορεί να επιμένει για εβδομάδες ή μήνες. Εάν εμφανιστεί ξαφνική διόγκωση του κερατοειδούς (ή πάθηση ύδρωπα), μπορεί ένας φακός επαφής ή κάποιες σταγόνες να φέρνουν προσωρινή ανακούφιση. Κατά τη διάρκεια αυτής της επιπλοκής ο κερατοειδής θα πρέπει να προστατεύεται από πιθανό τραυματισμό γιατί γίνεται ιδιαίτερα ευπαθής για ρήξη.
Αντιμετώπιση του κερατόκωνου
Η βάση της θεραπείας είναι η χορήγηση φακών επαφής και στην πλειονότητά τους οι ασθενείς δηλώνουν ικανοποιημένοι με αυτούς. Οι φακοί επαφής που χρησιμοποιούνται στον κερατόκωνο είναι αρχικά ημίσκληροι και στη συνέχεια ειδικοί ημίσκληροι (με μικρότερη διάμετρο 7-5 χιλ.) έτσι ώστε να εφαρμόσουν στον «οξύ» κερατόκωνο. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι φακοί επαφής δεν αποτελούν θεραπεία για τον κερατόκωνο. Υπάρχει η εσφαλμένη αντίληψη ότι η χρήση ημίσκληρων φακών «επιπεδώνει» ή και «διορθώνει» τον κώνο. Στην ουσία, απλώς προσφέρουν καλύτερη όραση. Εάν διακοπεί η χρήση των φακών για 1-2 μήνες ο κερατοειδής αποκτά το σήμα και την ισχύ που θα είχε ακόμα και αν οι φακοί δεν είχαν χρησιμοποιηθεί. Οταν η όραση δεν είναι πλέον ικανοποιητική με γυαλιά ή φακούς, συνιστάται η χειρουργική θεραπεία. Συνήθως με μεταμόσχευση κερατοειδούς (κερατοπλαστική). Στις μέρες μας υπάρχουν νέες θεραπευτικές μέθοδοι, όπως «το Πρωτόκολλο της Αθήνας». Η μέθοδος είναι απλή και ανώδυνη. Γίνεται με τοπική αναισθησία και διαρκεί περίπου 30 λεπτά. Ο οφθαλμίατρος τοποθετεί μια ειδική συσκευή, που εκπέμπει υπεριώδη ακτινοβολία στο μάτι και εγχέει την ουσία ριβοφλαβίνη. Στη συνέχεια ο ασθενής είναι ελεύθερος να κινηθεί όπως θέλει με ένα μαλακό φακό αντί για γάζα και μπορεί να επιστρέψει στο σπίτι του.
Υπάρχει ευαισθησία και πιθανός πόνος για τις πρώτες ημέρες. Την τρίτη μέρα ο φακός αφαιρείται και το άτομο που έχει υποστεί τη θεραπεία μπορεί να επανέλθει στις δραστηριότητές του. Τέλος, αξίζει να αναφερθεί πως το πλεονέκτημα της συγκεκριμένης θεραπείας είναι ότι δεν έχουν παρουσιαστεί ανησυχητικές επιπλοκές, ενώ δεν είναι τοξική για το ενδοθήλιο του κερατοειδούς, εφ' όσον τηρηθούν οι προφυλάξεις.
Η καινοτόμος αντιμετώπιση του κερατόκωνου με πολυμερισμό του κολλαγόνου αυξάνει την πιθανότητα να μη χρειαστεί να κάνει μεταμόσχευση κερατοειδούς κάποιος ασθενής με κερατόκωνο. Η θεραπεία αυτή ουσιαστικά παγώνει την εξέλιξή του.
Η αρχή για τη δημιουργία της μεθόδου είχε γίνει από το Πανεπιστημιακό Οφθαλμολογικό Κέντρο της Δρέσδης, όπου το 2002 εφαρμόστηκε για πρώτη φορά η τεχνική διασύνδεσης κολλαγόνου.
Στην εξέλιξη της τεχνικής συνιστάται ο συνδυασμός της με την ομαλοποίηση του οφθαλμού με λέιζερ και σήμερα αποτελεί την τεχνική για σταθεροποίηση του κερατόκωνου.