Η κυβέρνηση επιχείρησε, μετά την αρχική μίζερη περίοδο της αποποίησης ευθυνών όπου όλα οφείλονταν αποκλειστικά στην προηγούμενη διακυβέρνηση της ΝΔ και η ίδια αναγκαζόταν να καταφύγει σε σκληρές αποφάσεις με τις οποίες δεν συμφωνούσε (σύνδρομο Σταχτοπούτας), να προβάλλει την ιδέα της «αναμορφωτικής» πολιτικής δύναμης που προωθεί μεγάλες τομές που θα άλλαζαν ριζικά τον τρόπο λειτουργίας του κράτους και της οικονομίας. Ανεξάρτητα από την αξιοπιστία τέτοιων δηλώσεων και τις επικοινωνιακές σκοπιμότητες εμφάνισης μιας λιγότερο παθητικής αντιμετώπισης της πραγματικότητας, η ροή των εξελίξεων απέδειξε ότι το πολιτικό DNA που εγκαθίδρυσε κι ανέπτυξε σε άκρατο βαθμό τις παθογένειες του μεταπολιτευτικού συστήματος δεν παραμένει απλά ισχυρό αλλά κατευθύνει αντανακλαστικά τον τρόπο διαχείρισης των ζητημάτων.
Η κ. Μπιρμπίλη σκαλίζοντας στις στάχτες των ιδεοληψιών περασμένων δεκαετιών, αναζητεί τη σκοπιμότητα και το εύρος της δημόσιας υπόστασης των ΔΕΚΟ. Ήταν δεδομένο στο τόπο μας, να εμπλέκουμε την κοινωνική πολιτική (επιδότηση ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων, σύγχρονες και φθηνές υπηρεσίες) με την στενή κρατική επίβλεψη που τελικά το μόνο που κατόρθωνε είναι να συσσωρεύει ελλείμματα στους οργανισμούς και με τις αρτηριοσκληρωτικές διαδικασίες του να καθυστερεί τον εκσυγχρονισμό και την τεχνολογική αναβάθμιση των υπηρεσιών.
Η εκτέλεση των μεταρρυθμίσεων που θα εξάλειψαν αγκυλώσεις και προσχώματα στον ελεύθερο ανταγωνισμό και θα επέβαλαν κανόνες χρηστής κι αποτελεσματικής διαχείρισης σε δυσκίνητους δημόσιους φορείς και υπηρεσίες (ΟΣΕ και λοιπές ΔΕΚΟ), παραπέμπεται (ακόμα κι αν κάποιες έχουν ήδη ψηφιστεί, έστω και με “κουτσουρεμένη” λογική!) στις καλένδες μελλοντικών υπουργικών αποφάσεων και προσκρούουν στον έντονο ετεροχρονισμένο εσωκομματικό «πόλεμο» από κυβερνητικά και συνδικαλιστικά στελέχη.
Ήρθε και το ζήτημα της αξιοποίησης της δημόσιας ακίνητης περιουσίας για να αναδείξει όλα τα, κεκαλυμμένα κάτω από βαρύγδουπες εξαγγελίες και «επιθετικές» δηλώσεις, χρωμοσωμικά χαρακτηριστικά της ΠΑΣΟΚικής νοοτροπίας. Σωρεία συμβούλων για την καταγραφή και αποτίμηση του κρατικού πλούτου, υποδηλώνοντας ουσιαστικά την αναξιοπιστία και την ανικανότητα των κρατικών φορέων διαχείρισης ακινήτων.
Το επιστέγασμα ήταν η πρόσληψη του νεαρού συμβούλου από το εξωτερικό με εντελώς αδιαφανείς διαδικασίες και αμφιλεγόμενες περγαμηνές και εμπειρία στο αντικείμενο που καλείται να υπηρετήσει. Η πρόσληψη ενός νέου ανθρώπου σε μια τόσο κρίσιμη θέση, υπό τις παρούσες συγκυρίες, θα μας έδινε ικανοποίηση αν οφειλόταν αποκλειστικά στην αξιοσύνη κι όχι σε «ύποπτες» προσωπικές επιλογές κυβερνητικών στελεχών.
Όμως τα γονίδια της ιδεολογικής θολούρας και των κρατικοδίαιτων κινήτρων δεν μεταλλάσσονται με τις υπό Τροϊκανή πίεση επιλογές, ούτε με επικλήσεις σε νοοτροπίες και αξίες που η πλειοψηφία των στελεχών του ΠΑΣΟΚ δεν τίμησαν (τουναντίον πολέμησαν) επί δεκαετίες. Η φανταχτερή δήθεν «αναμορφωτική» επιφάνεια δεν μπορεί να καλύψει τις διαχρονικές προτεραιότητες τους που αναδύονται, με κάθε ευκαιρία, σε όλο τους το μεγαλείο.