Τρίτη 15 Μαρτίου 2011

ΚΑΤΕΡΡΕΥΣΑΝ» ΟΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΝEΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ Δεν έχουν ούτε... ντεπόν!

Ούτε... κοινά παυσίπονα όπως το ντεπόν (depon) δεν διαθέτει πλέον το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας με τους συνοδούς ασθενών να υποχρεώνονται να τα προμηθεύονται από ιδιωτικά φαρμακεία. Οι ελλείψεις φαρμάκων σε συνδυασμό με τις ελλείψεις υλικών και τον ασυντήρητο εξοπλισμό έχουν οδηγήσει ουσιαστικά σε κατάρρευση το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο. Για πρώτη φορά, μετά από τόσα χρόνια λειτουργίας των τριτοβάθμιων κλινικών που συγκράτησαν στην περιοχή αναρίθμητους «μετανάστες υγείας», το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο αδυνατεί να παράσχει στοιχειώδεις υπηρεσίες, αποτέλεσμα της πολιτικής των άκριτων και χωρίς σχεδιασμό περικοπών. Οι ασθενείς
βιώνουν πρωτόγνωρες καταστάσεις αφού η επικαλούμενη ανάγκη να περιοριστούν οι δαπάνες είτε στο όνομα του μνημονίου είτε στο όνομα του περιορισμού της σπατάλης, οδήγησαν το Πανεπιστημιακό νοσοκομείο, τη «ναυαρχίδα» του ΕΣΥ στη Θεσσαλία, στην αντίπερα όχθη σε βάρος εννοείται των ασθενών και χωρίς να υπολογιστούν οι επιπτώσεις στις ερευνητικές δραστηριότητες ή στην εκπαίδευση ειδικευομένων ιατρών και φοιτητών.
Καθημερινά διευθυντές Κλινικών ενημερώνουν εγγράφως, τόσο τη διοίκηση του ΠΝΛ όσο και τη διοίκηση της 5ης ΥΠΕ Θεσσαλίας ακόμη και τις εισαγγελικές αρχές για το οξύτατο πρόβλημα των ελλείψεων σε υλικά και φάρμακα. Ετσι οι ασθενείς, είτε αναζητούν υπηρεσίες σε νοσοκομεία της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης είτε αν παραμείνουν στο ΠΝΛ υποχρεώνονται να αγοράζουν υλικά και φάρμακα πληρώνοντας διπλά από την τσέπης τους τις υπηρεσίες υγείας. Τις τελευταίες ημέρες, μπορεί το υπουργείο Υγείας να αντιπαρατίθενται με την αντιπολίτευση με αφορμή την απόφαση φαρμακευτικής εταιρίας να διακόψει τη χορήγηση φαρμάκων λόγω οφειλών του παρελθόντος, στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο ωστόσο δεν διαθέτουν ούτε τα κοινά παυσίπονα όπως το Ντεπόν (Depon), το Λοναρίντ (Lonarid) αλλά και πιο ισχυρά όπως η πεθιδίνη, η μορφίνη κ.ά. (που είναι απαραίτητα για τη μετεγχειρητική νοσηλεία των ασθενών) όταν τα πρώτα μπορούν να διατεθούν από τα ιδιωτικά φαρμακεία ενώ τα υπόλοιπα προϋποθέτουν ειδική συνταγογράφηση. Οι τελευταίες ελλείψεις ακόμη και σε κοινά αντιπυρετικά αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου αφού από μήνες είναι γνωστές οι ελλείψεις υλικών που σε συνδυασμό με τον κακοσυντηρημένο εξοπλισμό έχουν τορπιλίσει τη λειτουργία του νοσοκομείου. Παρεμπιπτόντως να σημειωθεί ότι η ίδια η 5η ΥΠΕ Θεσσαλίας που εισηγήθηκε την εναλλάξ εφημερία των δυο νοσοκομείων της Λάρισας, ουδέποτε αποτίμησε τις επιπτώσεις της απόφασης σε βάρος του ΠΝΛ που έχει εξελίσσεται σε ένα αστικού τύπου... κέντρο υγείας, σε βάρος της τριτοβάθμιας νοσηλείας.
ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ
Οι αναρίθμητες επιστολές διευθυντών τομέων και κλινικών του ΠΝΛ για τις ελλείψεις, διαψεύδουν τη ρόδινη εικόνα που επιχείρησε να παρουσιάσει ο διοικητής της 5ης ΥΠΕ Θεσσαλίας Π. Τομάρας την περασμένη Πέμπτη, που ενημερώνοντας την Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής, υποστήριξε ότι «οι οικονομικές επιδόσεις επιτεύχθηκαν χωρίς μείωση του επιπέδου των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας». Τι είχε τονίσει ο κ. Τομάρας; Ότι το μέσο μηνιαίο κόστος ανά ασθενή στα νοσοκομεία της 5ης Υγειονομικής Περιφέρειας Θεσσαλίας μειώθηκε κατά το εντυπωσιακό ποσοστό 50,72%. «Το μέσο μηνιαίο κόστος ανά ασθενή στην 5η ΥΠΕ μειώθηκε στα 952 ευρώ το 2010 από 1.932 ευρώ το 2009» τόνισε ο κ. Τομάρας. Το ποσοστό μείωσης είναι υπερδιπλάσιο στην 5η ΥΠΕ απ’ ότι στις υπόλοιπες υγειονομικές περιφέρειες της χώρας καθώς «το μέσο μηνιαίο κόστος ανά ασθενή στην Ελλάδα μειώθηκε στα 1.234 ευρώ το 2010 από 1.608 ευρώ το 2009», δηλαδή ποσοστό 23,25%. Για να καταλήξει ο κ. Τομάρας τονίζοντας ότι η 5η ΥΠΕ είχε τις καλύτερες οικονομικές επιδόσεις το 2010 έναντι άλλων ΥΠΕ της χώρας.
Από τις επιστολές λοιπόν των διευθυντών κλινικών και τομέων του ΠΝΛ (επιστολές που προφανώς είναι και σε γνώση του διοικητή της 5ης ΥΠΕ) η εικόνα του νοσοκομείου είναι εντελώς διαφορετική. Διευθυντής κλινικής με αφορμή τις ελλείψεις αντιπυρετικών τονίζει ότι «λόγω σοβαρών ελλείψεων του φαρμακείου, στερούμεθα εντελώς ενδοφλεβίων αντιπυρετικών σκευασμάτων, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τον πυρετό ασθενών». Σε επιστολή άλλου διευθυντή σημειώνεται πως «έχουν εξαντληθεί πλήρως από το χειρουργείο ράμματα πολυπροπυλενίου με διπλή βελόνη και στα απαραίτητα μεγέθη τα οποία χρησιμοποιούνται για τη διενέργεια αγγειακών αναστομώσεων» προσθέτοντας ότι «εξαιτίας της έλλειψης αυτής, αναγκαστήκαμε σε τακτικό περιστατικό να χρησιμοποιήσουμε άλλου τύπου ράμματα λόγω έλλειψης με αποτέλεσμα την επισφαλή ολοκλήρωση των αγγειακών αναστομώσεων που είχε ως αποτέλεσμα τη διάχυτη αιμορραγία πέριξ αυτών και για το οποίο πρόβλημα χρησιμοποιήσαμε άλλο είδους ενισχυτικά ράμματα ώστε να σταματήσει η αιμορραγία».
Διευθυντής Τομέα σε επιστολή του σημειώνει πως «απλές επεμβάσεις όπως πλαστική αποκατάσταση βουβωνοκήλης και κοιλιοκήλης δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθούν, ελλείψει πλεγμάτων. Λαπαροσκοπικές επεμβάσεις ρουτίνας όπως η χολοκυστεκτομή δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν λόγω έλλειψης Trocars. Μεγαλύτερης βαρύτητας επεμβάσεις, συνηθέστερα ογκολογικές όπως κολεκτομές, γαστρεκτομές, ηπατεκτομές κ.λπ. εκτελούνται με συνθήκες δεκαετίας του ‘70 και ‘80, ελλείψει συρραπτικών συσκευών και όπως φαίνεται σύντομα δεν θα πραγματοποιούνται καν, ελλείψει ραμμάτων!! Η διενέργεια βαριατρικών επεμβάσεων έχει επίσης διακοπεί λόγω έλλειψης συρραπτικών εργαλείων. Πρακτικά λοιπόν, το μεγαλύτερο ποσοστό των προγραμματισμένων επεμβάσεων γενικής χειρουργικής – κλασικής και λαπαροσκοπικής – πλέον, δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθούν στη Χειρουργική Κλινική υπό τις παρούσες συνθήκες. Πολλά δε από τα παραπάνω ισχύουν απόλυτα και για επείγουσες καταστάσεις (οξεία χολοκυστίτιδα, παγκρεατίτιδα, περίσφιξη κήλης, εντερική απόφραξη, αιμορραγία γαστρεντερικού, τραύμα) που είτε δεν μπορούν να διεκπεραιωθούν καν είτε πραγματοποιούνται με συνθήκες που παραπέμπουν 30 χρόνια πίσω, και άρα, συνοδεύονται και από τα αντίστοιχα ποσοστά θνητότητας και νοσηρότητας» καταλήγει ο διευθυντής προειδοποιώντας ακόμη και για αναστολή λειτουργίας.
Σε άλλη επιστολή σημειώνεται πως το τελευταίο διάστημα «έχει παρατηρηθεί πλήρης έλλειψη φιαλιδίων για τη λήψη δειγμάτων αίματος για βασικές εργαστηριακές εξετάσεις, όπως γενική αίματος, CRP και TKE. Το γεγονός αυτό προκαλεί σημαντικά προβλήματα στη διαχείριση των ασθενών κατά τη διάρκεια της ενδονοσοκομειακής παραμονής τους και αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο να μην ανιχνευθούν και αντιμετωπιστούν έγκαιρα πρώιμες μετεγχειρητικές επιπλοκές».
Σε δυο ακόμη επιστολές τέλος, σημειώνεται ότι «οι προμηθεύτριες εταιρίες έχουν αποσύρει από το χειρουργείο τα διαθέσιμα μοσχεύματα τα οποία υπήρχαν στην παρακαταθήκη για την αντιμετώπιση των επειγόντων περιστατικών με πρόβλημα στις περιφερικές αρτηρίες που ενδεχομένως θα προκύψουν στη γενική εφημερία» του ΠΝΛ και πως «οι υπεύθυνοι της εταιρίας (αναφέρεται το όνομα) απέσυραν από το χειρουργείο δυο από τα τελευταία αορτικά μοσχεύματα που είχαν μείνει στην παρακαταθήκη του χειρουργείου με αποτέλεσμα να μην υπάρχει διαθέσιμο υλικό για να αντιμετωπιστούν περιστατικά ρήξης ανευρύσματος κοιλιακής αορτής».