Είμαι βέβαιος ότι ο Πρωθυπουργός της χώρας, λόγω της δυσπραγίας στην οποίαν έσπρωξε την πατρίδα να πέσει, θα κάνει κι αυτός οικονομίες.
Ετσι είναι επίσης απολύτως βέβαιον ότι δεν χρηματοδοτεί ο ίδιος κι απ' την τσέπη του τη Μη Κυβερνητική Οργάνωση της μητρός του, κυρίας Μαργαρίτας Παπανδρέου, ήτις ακούει στο όνομα Win Peace και σκοπό έχει τη συναδέλφωση Τουρκίδων γυναικών μετά των Ελληνίδων.
Οτι «υπάρχουν τα λεφτά» (και) για αυτή τη ΜΚΟ είναι προφανές, το ερώτημα όμως από πού
προέρχονται είναι απλώς ρητορικόν... Ετσι είναι επίσης απολύτως βέβαιον ότι δεν χρηματοδοτεί ο ίδιος κι απ' την τσέπη του τη Μη Κυβερνητική Οργάνωση της μητρός του, κυρίας Μαργαρίτας Παπανδρέου, ήτις ακούει στο όνομα Win Peace και σκοπό έχει τη συναδέλφωση Τουρκίδων γυναικών μετά των Ελληνίδων.
Οτι «υπάρχουν τα λεφτά» (και) για αυτή τη ΜΚΟ είναι προφανές, το ερώτημα όμως από πού
«Αντίκρυ οι Αργίτες κραύγαζαν κι εκείνοι, δεν
λησμονούσαν
την αντρεία τους, μένοντας σταθεροί μπροστά
σε Τρώες διαλεκτούς, που επέρχονταν»
Ομήρου ΙΛΙΑΣ
Ραψωδία Ν, «μάχη επί ταις
ναυσίν», μετάφραση
Δ.Ν. ΜΑΡΩΝΙΤΗΣ
Επικές στιγμές, η σωτηρία της πατρίδας υπέρτατος νόμος. Το τέλος του 2010 βρίσκει τους Δαναούς στριμωγμένους μπροστά στα καράβια τους, πρώτος απ' όλους ο θεόμορφος Παπακωνσταντίνου
βγάζει στο σφυρί πάνω στην ισόκυκλη από παχύ χαλκό ασπίδα του τα κρατικά λαχεία, τις εταιρείες κοινής ωφέλειας, τα λιμάνια, τα αεροδρόμια και τα τραίνα
λάφυρα για τους νικητές, ξιγκάτα μοσχάρια,
ενώ μέσα απ' των Δαναών τις τάξεις πρώτος κινάει, σαν βροτοκτόνος Αρης, ο Γιωργάκης ο Ανδρείκελος ο γιος του Ανδρέα και ιδού ένας ένας τον ακολουθούν οι εκλεκτοί των Αχαιών, οι κυβερνήτες.
Ο Πάγκαλος με εφτά δυσκολοχώνευτες δαμάλες στην κοιλιά θωρακισμένος, κι ο πολυαμήχανος Ραγκούσης που ήρθε απ' το τίποτα και στο πουθενά πηγαίνει,
ο Γερουλάνος από γενιά βασιλική πρώτος στα τζετ και στο τζετ σετ με δέκα υπαλλήλους απ' τα ζερβά, να κάνουν υπερωρίες στα δεξιά· δίπλα του, στην πιο άγρια μεριά της μάχης ο ωκύπους Δρούτσας
-τρεις μήνες τον κυνηγούσε στα σκοτεινά δάση της γκρίζας Φρυγίας να τον πιάσει ο τραγοπόδαρος Νταβούτογλου, κι ακόμα ο Δρούτσας τρέχει-
αντάμα κι ο αμιράς Παμπούκης, της μεγαλομάτας Ηρας ο βαλτός, με μεγάλες φωνές διαλαλεί την πραμάτεια των Αχαιών - θαυμάσιες παραθαλάσσιες εκτάσεις στην Αττική, περάστε κόσμε, φαστ τρακ το Ελληνικό, κοψοχρονιά το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, δώσε και μένα μπάρμπα την ΕΥΔΑΠ, τα λεωφορεία, τον Ιππόδρομο, τα άλογα του Ποσειδώνα στον Κόκκαλη, σαράντα τρία νησιά στον Ερντογάν, περάστε κόσμε, το αφεντικό τρελλάθηκε και δίνει όσο όσο, μολών λαβέ τα ομόλογα και του Πικιώνη τα έργα, ό,τι πάρετε ένα τάληρο!
Και ο Βενιζέλος! καθώς δύο βόδια στο χρώμα του κρασιού τραβούν μαζί γερό αλέτρι σε καλό χωράφι, έτσι κι ο Μπένυ ο Λυπημένος Διεκδικητής, τον θυμό του ξεχνώντας,
με ασπίδα το άψυχο σώμα όσων έχει πει, τα βέλη σταματούσε.
.....................................
Ομως ατάραχος ο κεραύνιος Δίας απ' την κορυφή του Μνημόνιου καθισμένος έστελνε, καθώς ο κοσμοσείστης Ποσειδώνας στέλνει το ένα μετά το άλλο τα αφρισμένα κύματα της θάλασσας, αμέτρητους τους λογαριασμούς, τους τόκους και τις δόσεις πάνω στους Δαναούς,
ενώ, με ανήκουστη βοή όπως εκείνη των ανέμων όταν θρηνούν στο ανοιχτό πέλαγος, έζωνε η ολέθρια φωτιά τα καλοχτισμένα καράβια τωνΑργιτών -τότε,
τον παιάνα «ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε» ψάλλοντας για μιαν ακόμα φορά, ο μακροχίτωνας Παπουτσής βγήκε μπροστά σείοντας την αλογίσια φούντα στο χάλκινο κράνος του, αλλά παραπάτησε κι έπεσε.
Ω θεοί! -εκείνη
την ύστατη στιγμή, των Επειών, των Αθηναίων και των άλλων απολυόμενων τις τάξεις σχίζοντας, σαν τις τρεις Χάριτες βγήκαν μπροστά
η κυρία Διαμαντοπούλου με τη γαλάζια χαίτη, η καλύτερη μαθήτρια της Ζακλίν ντε Ρομιγύ, και δίπλα της η Βαλκυρία όλων των Σοσιαλισμών Λούκα και Λούκα Κατσέλη, χωρίς απ' το πλευρό τους να βραδυπορεί η προσκυνήτρια της Αρχηγομήτορος κυρία και συντρόφισσα Νταλάρα. Και όλες
με μια φωνή φώναξαν στους Τροϊκανούς με λόγια που τους έφτασαν σαν πουλιά: «Πάρη που να σε πάρει, μορφονιέ κι εσύ Εκτορα καυχησιάρη, στόμα απύλωτο κι εσύ αγύριστο κεφάλι Αινεία που δεν παίρνεις από συμβουλές, αχόρταγοι! Στα πάντα υπάρχει κορεσμός, στον ύπνο, στον έρωτα, στο γλυκό τραγούδι, πράγματα όλα ποθητά κι από όλα πιο ποθητά τα φράγκα.
Πόσα επιτέλους θέλετε σήμερα, για να σας δώσουμε αύριο κι άλλα; Υπάρχουν τα λεφτά!»
Ετσι μίλησαν οι τρεις Κόρες, σαν φρόνιμες Μούσες κι ο χρυσομάλλης Φοίβος έγειρε το άρμα του προς τη Δύση, εκεί όπου οι Εσπερίδες κλώθουν τα νέφη τους...