Τετάρτη 18 Ιουνίου 2014

Με την βούλα της δικαιοσύνης οι γιατροί διατηρούν και τα ιατρεία τους.

Δεκτό έκανε η πρόεδρος του Δικαστηρίου το αίτημα της προσωρινής διαταγής και οι νοσοκομειακοί ιατροί θα συνεχίσουν να τελούν υπό το ίδιο εργασιακό καθεστώς λειτουργώντας ταυτόχρονα τα ιατρεία τους, έως ότου εκδοθεί η απόφαση του δικαστηρίου.
Οι αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων των νοσοκομειακών ιατρών των πρώην ΙΚΑ, εκδικάστηκαν σήμερα σε μια πολύωρη ακροαματική διαδικασία όπου έκανε πρόσθετη παρέμβαση ο ΙΣΑ και κατέθεσε ως μάρτυρας ο Πρόεδρος του Συλλόγου κ. Πατούλης για όλους τους ιατρούς μέλη του ΙΣΑ.
Ο Πρόεδρος του ΙΣΑ τόνισε ότι οι αιτούντες ιατροί, κατά την μεταφορά τους στα Νοσοκομεία Ε.Σ.Υ., είχαν κριθεί, αξιολογηθεί και ενταχτεί σε αυτά με βάση την ειδικότητα και τα χρόνια προϋπηρεσίας τους με το Ν3918/2011 και στη συνέχεια οι περισσότεροι εξ αυτών επαναξιολογήθηκαν δυνάμει του Ν. 4172/2013, αφού ετέθησαν σε καθεστώς διαθεσιμότητας.

Επίσης κατέθεσε ότι οι Ιατροί τόσο στα πρώην Νοσοκομεία ΙΚΑ, όσο και στα Νοσοκομεία ΕΣΥ, αμείβονται βάσει του ενιαίου μισθολογίου των Δημοσίων Υπαλλήλων και όχι του ειδικό μισθολογίου. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η ένταξη των Ιατρών στον κλάδο ειδικευμένων Ιατρών ΕΣΥ δεν εξυπηρετεί κανέναν δημοσιονομικό σκοπό, αφού αυξάνει το μισθολογικό κόστος του ιατρικού προσωπικού.

Η υπαγωγή των Ιατρών στις διατάξεις του Ν. 4254/2014 πλήττει βάναυσα και τα ασφαλιστικά τους δικαιώματα. Και τούτο, διότι οι Ιατροί του πρώην ΙΚΑ κατέβαλαν μεν εισφορές στο ΙΚΑ, δίχως βεβαίως να δικαιούνται σύνταξης από αυτό, ούτε ασφαλώς από το Δημόσιο, παρά μόνον από το Τ.Σ.Α.Υ. ως Ιδιώτες Ιατροί. Εάν όμως υποχρεωθούν να διακόψουν το ελευθέριο επάγγελμα, δεν θα δικαιούνται πλήρους σύνταξης ούτε από το Τ.Σ.Α.Υ., το δε Δημόσιο θα καταβάλει αναλογική σύνταξη για το διάστημα από τούδε και εφεξής. Άλλως, για λόγους ίσης μεταχείρισης, είναι υποχρεωμένο να καταβάλει και καλύψει όλη την διαφορά των εισφορών μεταξύ των Ιατρών ΙΚΑ-ΕΣΥ για όλα τα χρόνια προϋπηρεσίας εκάστου Ιατρού, επιβαρύνοντας δυσανάλογα τα Δημόσια Έσοδα.

Πρόσθεσε επίσης ότι η νομοθετική πρόβλεψη περί αιφνίδιας διακοπής άσκησης ελευθερίου επαγγέλματος προκαλεί στους Ιατρούς ανυπολόγιστη ζημία σε επίπεδο εισοδημάτων, φήμης, πελατείας, αξιοπιστίας, καθιστά αυτούς έκθετους απέναντι σε εκμισθωτές και προσωπικό, υποχρεώνει αυτούς να καταβάλουν και εξοφλήσουν κόστη μίσθωσης εξοπλισμού, αφού οι σχετικές συμβάσεις θα καταγγελθούν υποχρεωτικά.

Επίσης ο πρόεδρος τόνισε ότι η Διοίκηση όφειλε και μπορούσε να χορηγήσει μεταβατική περίοδο προσαρμογής στους Ιατρούς, για να αποφασίσουν εάν επιθυμούν να είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης ή όχι, υπό τον όρο βεβαίως ότι θα προσληφθούν στο ΕΣΥ σε οργανικές θέσεις, ως ειδικευμένοι ιατροί και με κατοχύρωση της μέχρι και σήμερα αξιολόγησής τους και διασφάλιση του βαθμολογίου τους καθώς και της υπηρεσιακής τους εξέλιξης ισότιμα με τους λοιπούς Ιατρούς του Ε.Σ.Υ. Η προθεσμία των 7 εργασίμων ημερών ήταν ασφυκτική και εκ του αποτελέσματος καθιστά παράνομη την αξίωση του Δημοσίου για δήλωση αποδοχής θέσης άνευ ουδεμίας δέσμευσης για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του νέου εργασιακού καθεστώτος. Έως ότου αποκτήσουν το ίδιο εργασιακό καθεστώς με τους ιατρούς του ΕΣΥ θα πρέπει να διατηρήσουν το ιατρείο τους και εν συνεχεία να έχουν τη δυνατότητα επιλογής.

Τέλος ο Πρόεδρος τόνισε ότι ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών τιμά όλους τους νοσοκομειακούς ιατρούς και η ηγεσία του Υπουργείου Υγείας οφείλει να τους αντιμετωπίζει με σεβασμό ως τον ακρογωνιαίο λίθο της Δημόσιας Υγείας και όχι να τους υποτιμά προβαίνοντας σε ισοπεδωτικές πολιτικές.