Κυριακή 28 Αυγούστου 2011

Σκέψεις με αφορμή την στάση της ΝΔ στο νομοσχέδιο για την πανεπιστημιακή εκπαίδευση...του Κ.Μίχου

Η υπερψήφιση του νομοσχεδίου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας προκάλεσε στο εσωτερικό της μια απροσδόκητη ένταση, η οποία μάλιστα δεν προέρχεται από "εσωκομματικά ύποπτες" πηγές, αλλά προέρχεται κατά κύριο λόγο από φίλιες -μέχρι τώρα- προς την ηγεσία του κόμματος πολιτικές δυνάμεις.
Το παράδοξο, κατ' αρχήν, είναι ότι το νομοσχέδιο υλοποιεί στην τελική του μορφή πάγιες φιλελεύθερες θέσεις, τις οποίες και η ιστορική Νέα Δημοκρατία παραδοσιακά στήριζε, αλλά και ειδικά η ΔΑΠ και η ΟΝΝΕΔ όχι μόνο έχουν με συνέπεια υπηρετήσει επί χρόνια, αλλά στην ουσία έχουν εισαγάγει στην πολιτική ατζέντα, με σημαντικότερη την κατάργηση του λεγομένου πανεπιστημιακού ασύλου.
Ειδικά σε σχέση με την ΔΑΠ και την ΟΝΝΕΔ το πρόβλημα είναι διττό:

Από την μία η ΔΑΠ και η ΟΝΝΕΔ προφανέστατα ωθήθηκαν το τελευταίο διάστημα από την ηγεσία του κόμματος σε μια αρνητική και επιθετική στάση, με αποτέλεσμα η απόφαση για υπερψήφιση του νομοσχεδίου την τελευταία στιγμή να αφήσει την ΔΑΠ και την ΟΝΝΕΔ πολιτικά εκτεθειμένη. Και για να καταλάβει κανείς την σημασία του τακτικού αυτού λάθους πρέπει να λάβει υπ' όψιν του, ότι την ίδια στιγμή που οι πολιτικοί κινούνται σε προστατευμένα και μόνο περιβάλλοντα, η ΔΑΠ θα κληθεί σε λίγες ημέρες -με την έναρξη του ακαδημαϊκού έτους- να υπερασπιστεί στο δύσκολο και ιδιόμορφο περιβάλλον του αμφιθεάτρου τις μεταρρυθμίσεις, κατά των οποίων καταφέρθηκε με δριμύτητα πριν η Νέα Δημοκρατία τις υπερψηφίσει.
Πέρα από το πρόβλημα του εσφαλμένου πολιτικού χειρισμού, όμως, η κυρίαρχη στα ελληνικά πανεπιστήμια ΔΑΠ βρίσκεται απρόσμενα μπροστά και σε ένα πρόβλημα ουσίας: Ο νέος νόμος καταργεί την εκπροσώπηση των φοιτητών στα όργανα συνδιοίκησης των Πανεπιστημίων, καθώς και την φοιτητική ψήφο κατά την εκλογή των Πανεπιστημιακών Αρχών.
Η ρύθμιση αυτή έχει -κατά τους υπερασπιστές της- τον στόχο να εκμηδενίσει την διαφθορά που γεννούσε μέσα στα Πανεπιστήμια η διαπλοκή καθηγητών και φοιτητικών παρατάξεων με αντικείμενο την φοιτητική ψήφο. Το επιχείρημα αυτό, βεβαίως, έχει απέναντί του το αντεπιχείρημα, ότι με τον τρόπο αυτό ισοπεδώνονται δίκαιοι και άδικοι, ενώ ακυρώνεται σε μεγάλο βαθμό στην πράξη η πολιτική υπεροπλία της παράταξης στα πανεπιστήμια.
Η ίδια η ανακοίνωση του Προέδρου της ΟΝΝΕΔ, στην οποία εκφράζεται ικανοποίηση για την υιοθέτηση πολλών θέσεων της Οργάνωσης, έφτασε να κάνει λόγο για προσπάθεια "να καταργηθεί στα χαρτιά" η φοιτητική παράταξη της ΔΑΠ, από την οποία -και με την ψήφο της Νέας Δημοκρατίας- αφαιρείται η δυνατότητα της εκπροσώπησης στα όργανα συνδιοίκησης.
Ανεξαρτήτως της θέσης που κανείς μπορεί να πάρει σε σχέση με τα επιμέρους ζητήματα της μεταρρύθμισης στον χώρο της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και ειδικά για το ζήτημα της εκπροσώπησης των φοιτητών στα όργανα συνδιοίκησης (στο οποίο επιφυλάσσομαι να επανέλθω), το παράδειγμα του νόμου για την παιδεία αναδεικνύει ένα ευρύτερο πρόβλημα.
Και το πρόβλημα αυτό είναι ότι ο φραστικός μαξιμαλισμός, ο οποίος χαρακτηρίζει καιρό τώρα τον πολιτικό λόγο της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας σε μία πολύ ιδιαίτερη περίοδο για την χώρα έχει καλλιεργήσει στις τάξεις της έναν ενστικτώδη ασυνείδητο αρνητισμό, ενώ την ίδια στιγμή η πολιτική διαλεκτική εντός του κόμματος δεν διεξάγεται με κώδικες κατανοητούς στο σύνολο της κομματικής οργάνωσης, ώστε και ο επιχειρούμενος ιδεολογικός ανασχηματισμός της να αποκρυσταλλωθεί σε μια κατανοητή για όλους μορφή.
Έτσι, η δογματική άρνηση της συναίνεσης σε μεταρρυθμίσεις, κυρίως στο επίπεδο της στήριξής τους στην κοινή γνώμη, σε ολόκληρο το πλάτος της διακυβέρνησης της χώρας μας και σε μια περίοδο κατά την οποία επείγουν λειτουργικές ριζικές μεταρρυθμίσεις για την σωτηρία της χώρας εν τέλει παγιδεύει όχι μόνο την χώρα, αλλά και την ίδια την Νέα Δημοκρατία.
Την παγιδεύει ήδη στο σημερινό στάδιο, κατά το οποίο η Νέα Δημοκρατία ωφείλει και μπορεί να λειτουργήσει τροχιοδεικτικά ως Κυβερνώσα Αντιπολίτευση, το οποίο και την χώρα θα ωφελούσε, αλλά και την αξιοπιστία στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της ίδιας της Νέας Δημοκρατίας θα προήγαγε, ισχυροποιώντας την φυσική της θέση ως εναλλακτική λύση σε περίπτωση εκλογών.
Αλλά, το χειρότερο, την παγιδεύει και εν όψει της επόμενης ημέρας, εφ' όσον η Νέα Δημοκρατία κληθεί, μόνη ή συνεργαζόμενη με άλλες πολιτικές δυνάμεις, να διαχειριστεί η ίδια καυτές πατάτες· και τότε αντιπολίτευση θα είναι από την μία η επίμονη ηχώ του αντιπολιτευτικού φραστικού μαξιμαλισμού της και από την άλλη το τείχος της αδράνειας που δημιουργεί η καλλιεργούμενη πεποίθηση, ότι κάθε προσπάθεια αλλαγής των πραγμάτων υπακούει σε μια θεωρία ανθελληνικής συνωμοσίας.

ΥΓ. Είμαι βέβαιος ότι αν σήμερα ρωτούσε κανείς τον Γιώργο Παπανδρέου τί θα άλλαζε αν άρχιζε την ζωή του από την αρχή θα απαντούσε ότι ένα βράδυ του Σεπτεμβρίου 2009 θα μασούσε μία τσιχλόφουσκα αντί να εκστομίσει την ιστορική φράση "λεφτά υπάρχουν".