Πριν από ένα χρόνο το ΠΑΣΟΚ δεσμευόταν ότι ως κυβέρνηση θα προχωρούσε στη σταδιακή αύξηση των κονδυλίων για την Παιδεία στο 5% του ΑΕΠ, χορηγώντας μάλιστα από το 2010 μπόνους 1 δισ. για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού μας συστήματος.
Σήμερα, λίγες εβδομάδες πριν από την έναρξη της νέας μαθητικής χρονιάς, η κατάσταση στα δημόσια σχολεία δεν θυμίζει σε τίποτε τις προεκλογικές κορώνες του ΠΑΣΟΚ. Η παιδεία μπήκε στην προκρούστεια κλίνη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου με μεγάλα θύματα γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικούς.
Οι ελλείψεις σε δασκάλους και καθηγητές είναι πρωτοφανείς μετά το κύμα φυγής των εκπαιδευτικών που έσπευσαν να συνταξιοδοτηθούν πριν την εφαρμογή του νέου ασφαλιστικού. Οι συνδικαλιστές εκτιμούν ότι τα κενά καθηγητών φέτος θα είναι πάνω από 12.000 και μάλιστα σε κρίσιμες ειδικότητες όπως είναι οι φιλόλογοι, οι μαθηματικοί κιαι οι φυσικοί-χημικοί. Οι μαθητές θα στοιβαχθούν σε πολυμελείς τάξεις ενώ προκαλεί θυμηδία η εντολή του υπουργείου προς τους διευθυντές των σχολείων για προληπτική αντιμετώπιση του φαινομένου των καταλήψεων.
Και όμως, ακόμη και σε αυτή την δραματική για τη χώρα οικονομική συγκυρία, η παιδεία δεν είναι ένα πρόσθετο δημοσιονομικό πρόβλημα αλλά η λύση.
Εάν η κυβέρνηση δεν υπάκουε με ευλάβεια στις επιταγές της τρόικας και είχε ολοκληρωμένο σχέδιο για την αναγέννηση της παιδείας θα μπορούσε να αντιτάξει στους αξιωματούχους του ΔΝΤ ότι οι δαπάνες για την εκπαίδευση είναι η ασφαλέστερη επένδυση της χώρας για έξοδο από την κρίση.
Όμως βυθισμένη στον κόσμο των μνημονίων, βλέπει μπροστά της μόνο αριθμούς αχρηστεύοντας το μεγαλύτερο όπλο που διαθέτει για την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή.