Επί δεκαετίες παρατηρούσαμε την ύπαρξη ενός μοτίβου ανοχής (από τον πολιτικό κόσμο αλλα και μια μεγάλη μερίδα του λαού) της βίας όταν αυτή προερχόταν από συνιστώσες της αριστεράς ή ήταν άμεσο αποτέλεσμα του τρόπου με τον οποίο αυτή οργανωνόταν και αντιδρούσε. Άλλωστε η βία διακυρήσσεται ως απαραίτητο μέσο για την ανατροπή και την επανάσταση στην ιδεολογία του ΚΚΕ, και εφαρμόστηκε έμπρακτα στο δικό μας εμφύλιο αλλά και σε όλες τις χώρες που μετατράπηκαν σε κομμουνιστικές (βλέπε Σταλινικά Γκουλαγκ, Τσαουσέσκου, Ερυθροί Χμερ, The Great Leap Forward από το Μαο Τσε Τουνγκ στην Κίνα, κτλ). Ωστόσο, ίσως θα έπρεπε να δούμε το θέμα του εμφυλίου μας με κάπως πιο ισορροπημένη ματιά, καθώς συνέβη σε μια περίοδο της ιστορίας που ο θάνατος 1000 ατόμων ήταν ένα πταίσμα μπροστά στις δεκάδες εκατομμυρίων νεκρών του Β' Παγκοσμίου, πολλοί από αυτούς που μάχονταν για να εγκαταστήσουν στη χώρα κομμουνισμό και να μετατρέψουν την Ελλάδα σε Σταλινικό προτεκτοράτο δεν μπορούσαν να γνωρίζουν για την αναντιστοιχία διακυρήξεων και πραγματικότητας στο Κομμουνιστικό μοντέλο, ούτε υπήρχε ιστορικό προηγούμενο όπως υπάρχει τώρα. Είχαν υποστεί διώξεις, εξορίες και περιορισμό των ελευθεριών τους από ένα κράτος που έκανε ότι θεωρούσε απαραίτητο για να αποτρέψει την μετατροπή της Ελλάδας σε κομμουνιστική χώρα, κάτι που θα σήμαινε υπαγωγή σε Σταλινικό ολοκληρωτισμό, και θα οδηγούσε την Ελλάδα στο μονοπάτι των χωρών του πρώην ανατολικού μπλοκ.
Αυτά τα αντανακλαστικά δικαιολόγησης της βίας όταν εξυπηρετεί την ιδεολογία, έγιναν ηπιότερα στη μεταπολίτευση, καθώς η Δημοκρατία γινόταν πιο ισχυρή, αλλά ποτέ δεν εξαφανίστηκαν. Η αριστερά, αποσκοπώντας σε πολιτικά οφέλη, ποτέ δεν φρόντισε να τραβήξει μια σαφή διαχωριστική γραμμή.