ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Εμπλοκή στην εκταμίευση
της υποδόσης του ενός δισεκατομμυρίου ευρώ προς τη χώρα μας προκαλεί το
θέμα της ανακοστολόγησης των διαγνωστικών εξετάσεων. Εως αργά χθες το
βράδυ παρέμενε ως εκκρεμότητα η έκδοση από πλευράς υπουργείου Υγείας της
σχετικής απόφασης, καθώς ήταν σε εξέλιξη η διαπραγμάτευση των δύο
πλευρών, κυβέρνησης και δανειστών, προκειμένου να καταλήξουν σε μία
κοινά αποδεκτή θέση. Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, η διαπραγμάτευση
αναμένεται να συνεχισθεί όλο το Σαββατοκύριακο εάν δεν προκύψει συμφωνία
νωρίτερα, ενώ αναμενόταν η επιστροφή του πρωθυπουργού από τις Βρυξέλλες
για να συζητηθεί το θέμα. Το αγκάθι στη σχετική διαπραγμάτευση ήταν
–τουλάχιστον έως χθες το βράδυ– το ποσοστό της μείωσης των τιμών των
διαγνωστικών εξετάσεων με τις οποίες αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ, με τους
δανειστές να ζητούν πολύ μεγαλύτερο «ψαλίδι» στις τιμές, από αυτό που
περιγράφεται στην ελληνική πρόταση.
Ειδικότερα, σύμφωνα με
πληροφορίες της «Κ», οι δανειστές φαίνεται να ζητούν μείωση της τάξης
του 40% στις σημερινές τιμές των διαγνωστικών εξετάσεων. Η πρόταση του
υπουργείου Υγείας αφορά τη μείωση κατά 22,5% μεσοσταθμικά των τιμών των
51 πιο «κοστοβόρων» για τον ΕΟΠΥΥ εξετάσεων (αυτές αφορούν το 85% της
συνολικής δαπάνης του ΕΟΠΥΥ για διαγνωστικές εξετάσεις), και κατά 5%
οριζόντια μείωση τιμών των υπολοίπων. Ο στόχος της ανακοστολόγησης των
διαγνωστικών εξετάσεων είναι να συγκρατηθεί εντός ορίων προϋπολογισμού η
σχετική δαπάνη. Σημειωτέον ότι για το 2015, ο κλειστός προϋπολογισμός
για διαγνωστικές εξετάσεις και πράξεις ανέρχεται στα 302 εκατ. ευρώ, ενώ
οι απαιτήσεις των παρόχων εκτιμάται ότι θα φτάσουν τα 510 εκατ. ευρώ.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι από την ελληνική πλευρά είχε σταλεί προ ημερών
στους δανειστές επιστολή με αίτημα παράτασης έως τα μέσα Ιανουαρίου για
την έκδοση της υπουργικής απόφασης, η οποία δεν έγινε δεκτή.
H υπουργική απόφαση για
την ανακοστολόγηση προς τα κάτω των διαγνωστικών εξετάσεων είναι η μία
από τις δύο εκκρεμότητες του υπουργείου Υγείας, όπως αυτές αποτυπώθηκαν
στο Euroworking Group της Πέμπτης για την εκταμίευση του ενός δισ. ευρώ.
Η άλλη, αφορά την έκδοση υπουργικής απόφασης για την εφαρμογή του claw
back (μηχανισμός αυτόματης επιστροφής της υπέρβασης) στη νοσοκομειακή
φαρμακευτική δαπάνη. Η απόφαση υπεγράφη χθες, οπότε πήρε τον δρόμο για
την έκδοσή της σε ΦΕΚ.
Η υπουργική απόφαση
ορίζει τον τρόπο υπολογισμού του, με βάση το όριο της νοσοκομειακής
φαρμακευτικής δαπάνης για τα επόμενα τρία χρόνια, στα φαρμακεία των
νοσοκομείων και στα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ, όπως αυτό είχε οριστεί στο
νομοσχέδιο για τα «κόκκινα» δάνεια και το νέο μισθολόγιο στο Δημόσιο.
Σύμφωνα με τη διάταξη, το όριο δαπανών, πέραν του οποίου εφαρμόζεται
claw back, ορίστηκε σε 570.000.000 ευρώ για το 2016, από τα οποία τα
510.000.000 ευρώ στα δημόσια νοσοκομεία και τα 60 στα φαρμακεία του
ΕΟΠΥΥ. Για το 2017, το όριο είναι 550.000.000 ευρώ (492.000.000 και
57.900.000 ευρώ αντίστοιχα) και για το 2018 τα 530.000.000 ευρώ
(474.200.000 και 55.800.000). Αντίθετοι με το νοσοκομειακό claw back
είναι οι εκπρόσωποι της φαρμακοβιομηχανίας που δηλώνουν ότι θα
προσφύγουν στο ΣτΕ για την ακύρωσή του.