Τη συστηματική και
μεθοδευμένη απαξίωση της εργαστηριακής Ιατρικής, προκειμένου να
παραδοθεί στους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, κατήγγειλε το
Διοικητικό Συμβούλιο της Πανελλήνιας Ένωσης Ιατρικής Βιοπαθολογίας στη
διάρκεια συνέντευξης Τύπου που έδωσε σήμερα στην αίθουσα του Ιατρικού
Συλλόγου Αθηνών. Πρόκειται, όπως τονίστηκε, για μια διαδικασία που
εξελίσσεται μεν από χρόνια, επιταχύνεται όμως από τη σημερινή ηγεσία του
υπουργείου Υγείας, αγνοώντας τις βαριές συνέπειες που θα έχει για το
σύστημα Υγείας της χώρας, για τους επιστήμονες που μετέχουν σ’ αυτό και,
ιδίως, για την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και την ασφάλεια των
ασθενών.
Τις εκτιμήσεις
και τις προτάσεις της ΠΕΙΒ παρουσίασαν η Πρόεδρος Χρυσούλα Νικολάου, η
Ειδική Γραμματέας Μαρία Παπακωνσταντίνου, ο πρώην Πρόεδρος και μέλος του
ΔΣ Πλάτων Δήμου και ο Πρόεδρος των βιοπαθολόγων ελευθέρων επαγγελματιών
Σπύρος Κραμποβίτης, οι οποίοι επισήμαναν ότι η πολιτική αυτή επιλογή
αφορά τόσο τα νοσοκομειακά εργαστήρια, όσο και εκείνα των ιατρών
ελευθέρων επαγγελματιών.
Ήδη, στα νοσοκομεία, η διαδικασία προμήθειας αναλωσίμων και
αντιδραστηρίων, όπως εφαρμόζεται, και οι ελλείψεις σε προσωπικό οδηγούν
τα εργαστήρια σε αδυναμία να παρέχουν πλήρεις υπηρεσίες. Ταυτόχρονα,
αποτελεί κοινό μυστικό η πρόθεση του υπουργείου να μεταφέρει τις
περισσότερες εργαστηριακές εξετάσεις που διενεργούνται σ’ αυτά, εκτός
των επειγόντων περιστατικών, στα μεγάλα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα.
Μια τέτοια εξέλιξη, που σύμφωνα με σχετικές μελέτες δεν είναι καν
οικονομικότερη, θα καταργούσε την αναγκαία για την ορθή διάγνωση
συνεργασία εργαστηριακών και κλινικών γιατρών, και θα δημιουργούσε
πολλαπλούς κινδύνους για την ασφάλεια των δειγμάτων, για την ποιότητα
των αποτελεσμάτων και για περαιτέρω αύξηση των ενδονοσοκομειακών
λοιμώξεων. Θα οδηγούσε, δε, σε αδυναμία εκπαίδευσης νέων εργαστηριακών
γιατρών.
Σε ό,τι αφορά τα ιδιωτικά εργαστήρια που ανήκουν σε φυσικά πρόσωπα ή
μονοπρόσωπες επιχειρήσεις, τα υπερβολικά κριτήρια για την αδειοδότηση
και λειτουργία τους, η μη απόδοση των οφειλών του Δημοσίου που
διογκώνονται, τα παρωχημένα τιμολόγια των εξετάσεων και το σύστημα του
claw-back, τα οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην παρακμή, την ασφυξία
και την οριστική παύση εργασιών. Οι εξετάσεις που σήμερα διενεργούνται
σ’ αυτά, όπως τονίστηκε από τους ομιλητές, θα περάσουν στον κύκλο
εργασιών συγκεκριμένων μεγάλων ομίλων, που λειτουργούν με μόνο τον
αναγκαίο για την άδειά τους αριθμό γιατρών και με μοναδικό κριτήριο την
κερδοφορία και όχι την ποιότητα των υπηρεσιών και την ασφάλεια των
ασθενών.
«Ξεπούλημα των δημόσιων εργαστηρίων και κλείσιμο των μικρών ιδιωτικών».
Σ’ αυτό -τόνισαν οι εκπρόσωποι της ΠΕΙΒ- συνοψίζεται η ακολουθούμενη
πολιτική που έχει ως στόχο, τα εργαστήρια που σήμερα λειτουργούν να
υποκατασταθούν από «εργαστήρια catering», από μια «Ιατρική - φασόν στα
χέρια των μεγάλων επιχειρήσεων». Επιχειρήσεων ελληνικών, που ήδη
προσπαθούν να ελέγξουν τον χώρο, και επιχειρήσεων πολυεθνικών, που
πιθανότατα θα δραστηριοποιηθούν στο προσεχές μέλλον. Όπως δε αναφέρθηκε
χαρακτηριστικά, επιχειρήσεις διαγνωστικών υπηρεσιών στη Γερμανία εξάγουν
τα δείγματα σε τρίτες χώρες, χαμηλού κόστους, όπου και διενεργούνται οι
εξετάσεις.
Οι εκπρόσωποι της ΠΕΙΒ παρουσίασαν, τέλος, την πρότασή τους για την
ενδονοσοκομειακή ενοποίηση των εργαστηρίων που καλύπτει η ειδικότητα της
Βιοπαθολογίας (Κλινική Μικροβιολογία, Εργαστηριακή Αιματολογία και
Αιμοδοσία, Ιατρική Βιοχημεία και Ανοσολογία), η εφαρμογή της οποίας θα
περιόριζε τις δυσλειτουργίες και θα μείωνε σημαντικά το κόστος,
περιορίζοντας τον αριθμό των Συντονιστών Διευθυντών, των αναλυτών, των
εφημεριών και των αναγκαίων υλικών. Η ΠΕΙΒ, ειπώθηκε χαρακτηριστικά,
«επεξεργάστηκε και υποστηρίζει την πρόταση αυτή παρ’ ότι μειώνει τις
διευθυντικές θέσεις, ωφελεί όμως λειτουργικά και οικονομικά τα
νοσοκομεία».
Είναι αποκαλυπτικό, ωστόσο, ότι αν και ο γενικός γραμματέας του
υπουργείου Υγείας θεώρησε την πρόταση αυτή σοβαρή και εφαρμόσιμη, ποτέ
μέχρι σήμερα δεν δόθηκε η δυνατότητα στην ΠΕΙΒ να την παρουσιάσει στον
υπουργό, παρά τα επανειλημμένα αιτήματά της και παρά τους ισχυρισμούς
του ότι, στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης του ΕΣΥ, έχει ήδη συναντηθεί με
όλους τους ιατρικούς φορείς. «Είναι φανερό ότι δεν την θέλουν», τόνισε
με έμφαση η Πρόεδρος κ. Νικολάου. «Δεν τους ενδιαφέρει ο οικονομικός
εξορθολογισμός της δημόσιας Υγείας, αλλά η ιδιωτικοποίησή της».