Η εικόνα τριτοκοσμική. Σαν αυτές που συναντάμε σωρηδόν μπροστά μας,
μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει, και ανυποχώρητοι, γεμάτοι πείσμα, αρνούμαστε
τη λυτρωτική αποκαθήλωση. Ίσως να μας έγιναν συνήθεια, μέσω της καθ΄
έξιν γνωριμίας, ίσως πάλι να τις κρατάμε εμείς εκεί, καθηλωμένες,
απαραίτητες για τη χρήσιμη τη σύγκριση.
«Υπάρχουν και χειρότερα», μονολογείς, και αίφνης η ζωή σου αναθαρρεύει και ξανοίγεται με άλλον αέρα στα μελλούμενα . Για αυτή τη σύγκριση μονάχα και το χρήσιμο αναθάρρεμα δικαιολογείσαι, εσύ ο μικρός και ταπεινός, να επιτρέπεις στο ομώνυμο να σε καταδυναστεύει. Όχι όμως η οργανωμένη Πολιτεία. Αυτή δεν έχει την πολυτέλεια της φευγαλέας παρεπιδημίας στις δύσκολες
ζωές των πολιτών της. Αυτή φτιάχτηκε για να αλαφρώνει τις ζωές από τα ενοχλητικά τους βάρη. Όχι για να τα παρατηρεί, να τα σχολιάζει και να παίρνει θάρρος απ΄ το ετεροβαρές!
Άνθρωποι της βιοπάλης, αλλά και άνθρωποι που στέκονται λιγάκι παραπάνω, να συνωστίζονται σε ουρές ντροπής. Έξω από φαρμακεία, ασφαλιστικά ταμεία, ιατρεία, δημόσιους οργανισμούς και ό,τι άλλο έφτιαξε αυτό το σαδιστικό κράτος για να ταλαιπωρεί τους οχληρούς μαζοχισμούς μας . Άνθρωποι μονίμως εξουθενωμένοι να στέκονται όρθιοι μπροστά απο έναν γκισέ, με ένα εξίσου εξουθενωμένο stage πίσω από το βρωμισμένο τζάμι να προσπαθεί απεγνωσμένα να ανοίξει δρόμο μέσα από τη σωρευμένη γραφειοκρατία τόσων χρόνων, γιατι οι άλλοι, οι κατοχυρωμένοι, λαθροβιούν στις γραφειάρες τους, τατσι μιτσι κότσι με τους συνδικαλισταράδες και γιατί ο εκσυγχρονισμός σε αυτή τη χώρα αποτελεί το συντομότερο ανέκδοτο μετά το περιβόητο «μαζί τα φάγαμε» της παγκαλικής φαιδρότητας.
Σταμάτα επιτέλους. Μην αρχίζεις πάλι να ξερνάς τα ακαταλαβίστικά σου για τρόικες, μνημόνια, μοχθηρούς εξωγήινους και μάγισσες κακές πάνω σε δραχμοΰφαντα σκουπόξυλα. Τώρα μιλάμε για ανθρώπους και για πράγματα μικρά και καθημερινά, για τα οποία συμπολίτες μας συνωθούνται σε ντροπιαστικές ουρές. Για ένα φάρμακο. Για μια διάγνωση. Για μια επιστροφή χρημάτων. Για μια δουλειά. Για ένα επίδομα. Για ένα οτιδήποτε. Δεν με ενδιαφέρει αν ανάμεσά τους υπάρχουν και λαθρεπιβάτες. Δεν με ενδιαφέρει αν ο γέρος που περιμένει στην ουρά για το αντικαρκινικό του χάπι έχει πληρώσει καλώς τις εισφορές που του αναλογούν. Αν δεν τις πλήρωσε άντε μια βόλτα από τα λείψανα που διαφέντευαν τις τύχες μας τόσα χρόνια για να πληρώσουν αυτοί τον λογαριασμό της εξακολουθητικής ρεμούλας.
Η αξιοπρέπεια, όμως, δεν είναι ζήτημα δίκαιης η άδικης συνταξιοδότησης, δίκαιου ή άδικου διορισμού στο δημόσιο δοβλέτι. Η αξιοπρέπεια είναι κατάκτηση ενός πολιτισμού.
Στον καρκινοπαθή είσαι υποχρεωμένος, ως κράτος, να πας το φάρμακο έξω από την πόρτα του σπιτιού του, ανεξαρτήτως του πόθεν κρατάει η σκούφια του. Είτε στέλνοντας εκεί, με κατεβασμένο το κεφάλι, τους παλιούς φαρμακοποιούς που έφαγαν, έφαγαν, έφαγαν και έσκασαν και σήμερα κλαψουρίζουν για τις πιστώσεις που δεν λένε να έρθουν, είτε τους παλιούς υπαλλήλους των ασφαλιστικών ταμείων που κολοβέρασαν, κολοβέρασαν και ξανα πάλι κολοβάρεσαν και σήμερα θρηνούν και οδύρονται για τα χαμένα εισοδήματά τους.
Και στο εντωμεταξύ, να σου και ο απίθανος αιρετός να φωνάζει για τις ΔΟΥ και τα λοιπά παραρτήματα του απεχθούς Λεβιάθαν που κλείνουν στην περιοχή του και τα οποία γέμισαν τις ζωές μας με σφραγίδες, χαρτούρες, κουραστικές αναμονές μπροστά από ξεκούραστα γραφεία, αγένεια εκατέρωθεν και ενίοτε λίγο λάδωμα για τα γρανάζια που τρίζουνε. Και αντί εν έτει 2012 να μας μιλάνε για ηλεκτρονική διακυβέρνηση, αυτοί ερίζουν για την πατρότητα της πανταχόθεν βλακείας.
Όχι ρε. Δεν θέλω ΔΟΥ έξω από την πόρτα του σπιτιού μου, με καμιά δεκαριά υπαλλήλους μέσα, ενοίκια, φώτα, νερά, καθαριστικά χώρου, γραφικές ύλες και δεν ξέρω και εγώ τι άλλο χρειάζεται για να συντηρηθεί μια μικρή βιομηχανία αργομισθίας, γραφειοκρατίας και διαπλοκής.
Θέλω ηλεκτρονική πρόσβαση στα φορολογικά μου έγγραφα, ελάττωση της χάρτινης σαβούρας που απαιτείται για να δικαιολογείται μονίμως και καταχρηστικά η σφραγίδα-παρουσία της αργομισθίας και ταχεία εξυπηρέτηση από τα ΚΕΠ για την ηλεκτρονικά αναλφάβητη γιαγιά μου.
Άνθρωποι στο περιθώριο της τακτοποιημένης μας ζωής. Βλέπεις τα πρόσωπά τους και δεν αντικρίζεις πουθενά την απόγνωση. Κουράστηκαν να οργίζονται με την ανικανότητά μας. Κουράστηκαν να σέρνονται μια ζωή πίσω από γρήγορες καταδίκες και βιαστικούς αφορισμούς . Το μόνο που τους μέλλει τώρα είναι η εν τάχει διεκπεραίωση της επιβίωσής τους.
Τα άλλα είναι για εμάς. Τους γραφικούς της θεωρίας και τους φαφλατάδες της πολιτικής της πράξης. Αυτούς που κοτσάρανε τον τίτλο του κοινωνικού κράτους έξω από το πολυτελές μπουρδέλο μας και αράξανε πάνω στις τιμημένες δάφνες τους. Ανταλλάξανε τα απαραίτητα, για τέτοιες περιστάσεις, συγχαρίκια, τεντώσανε την ματαιοδοξία τους μπροστά στο φωτογραφικό φακό για τα καθιερωμένα φλας της περαστικής επιτυχίας και, αφού έσβησαν τα φώτα, επιστρέψανε στους δερμάτινους ιταλικούς τους καναπέδες για να αποθεώσουνε, ραγιάδες γαρ, τον πάλαι ποτέ μισητό Οθωμανό στις περιπτύξεις του με το μελαχρινό της Αϊσέ!
Προτού, λοιπόν, αλλάξουμε τον κόσμο όλο, προτού προχωρήσουμε στις μεγάλες και βαρύγδουπες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες στο εν τέλει θα αφορούν μονάχα τα προνόμια των λίγων και των εκλεκτών, ας καταργήσουμε για αρχή τις ουρές αυτές της ντροπής. Ας δώσουμε ως ελάχιστη ανταμοιβή σε αυτούς τους ανθρώπους τη χαμένη τους αξιοπρέπεια.
Στην τελική δεν με νοιάζει πώς θα καταργηθεί αυτή η ξεφτίλα. Βουλευτές εκλεγμένους έχουμε, υπουργούς γκλαμουράτους έχουμε, γενικούς γραμματείς έχουμε, ορδές συμβούλων έχουμε και από αυτές. Να τσακιστούνε, λοιπόν, να βρούνε λύση. Και για όσους ξινίσουν τις φατσούλες τους για το καταγγελτικό του λόγου και ψελλίσουν «μα καλά και τι προτείνεις εσύ», ας τους χαρίσω έναν Ρουσώ μήπως και ξεστραβωθούνε και πάψουν, από ντροπή, να με εγκαλούν για ανούσια φλυαρία.
«Μπορεί να ερωτηθώ εάν είμαι ηγεμόνας η νομοθέτης ώστε να γράφω περί πολιτικής. Απαντώ όχι και γι΄ αυτό ακριβώς γράφω περί πολιτικής. Εάν ήμουν ηγεμόνας ή νομοθέτης δεν θα έχανα τον καιρό μου να μιλώ για το τί πρέπει να γίνει. Θα το έκανα ή θα σιωπούσα».
ΥΓ. Καλή δύναμη σε όλους τους καρκινοπαθείς που επιμένουν να ζούν ακόμα σε αυτή τη χώρα με τις καρκινιάρικες συνήθειες…
*Ο Τάσος Φούντογλου είναι γιατρός – ειδικευόμενος νεφρολογίας
«Υπάρχουν και χειρότερα», μονολογείς, και αίφνης η ζωή σου αναθαρρεύει και ξανοίγεται με άλλον αέρα στα μελλούμενα . Για αυτή τη σύγκριση μονάχα και το χρήσιμο αναθάρρεμα δικαιολογείσαι, εσύ ο μικρός και ταπεινός, να επιτρέπεις στο ομώνυμο να σε καταδυναστεύει. Όχι όμως η οργανωμένη Πολιτεία. Αυτή δεν έχει την πολυτέλεια της φευγαλέας παρεπιδημίας στις δύσκολες
ζωές των πολιτών της. Αυτή φτιάχτηκε για να αλαφρώνει τις ζωές από τα ενοχλητικά τους βάρη. Όχι για να τα παρατηρεί, να τα σχολιάζει και να παίρνει θάρρος απ΄ το ετεροβαρές!
Άνθρωποι της βιοπάλης, αλλά και άνθρωποι που στέκονται λιγάκι παραπάνω, να συνωστίζονται σε ουρές ντροπής. Έξω από φαρμακεία, ασφαλιστικά ταμεία, ιατρεία, δημόσιους οργανισμούς και ό,τι άλλο έφτιαξε αυτό το σαδιστικό κράτος για να ταλαιπωρεί τους οχληρούς μαζοχισμούς μας . Άνθρωποι μονίμως εξουθενωμένοι να στέκονται όρθιοι μπροστά απο έναν γκισέ, με ένα εξίσου εξουθενωμένο stage πίσω από το βρωμισμένο τζάμι να προσπαθεί απεγνωσμένα να ανοίξει δρόμο μέσα από τη σωρευμένη γραφειοκρατία τόσων χρόνων, γιατι οι άλλοι, οι κατοχυρωμένοι, λαθροβιούν στις γραφειάρες τους, τατσι μιτσι κότσι με τους συνδικαλισταράδες και γιατί ο εκσυγχρονισμός σε αυτή τη χώρα αποτελεί το συντομότερο ανέκδοτο μετά το περιβόητο «μαζί τα φάγαμε» της παγκαλικής φαιδρότητας.
Σταμάτα επιτέλους. Μην αρχίζεις πάλι να ξερνάς τα ακαταλαβίστικά σου για τρόικες, μνημόνια, μοχθηρούς εξωγήινους και μάγισσες κακές πάνω σε δραχμοΰφαντα σκουπόξυλα. Τώρα μιλάμε για ανθρώπους και για πράγματα μικρά και καθημερινά, για τα οποία συμπολίτες μας συνωθούνται σε ντροπιαστικές ουρές. Για ένα φάρμακο. Για μια διάγνωση. Για μια επιστροφή χρημάτων. Για μια δουλειά. Για ένα επίδομα. Για ένα οτιδήποτε. Δεν με ενδιαφέρει αν ανάμεσά τους υπάρχουν και λαθρεπιβάτες. Δεν με ενδιαφέρει αν ο γέρος που περιμένει στην ουρά για το αντικαρκινικό του χάπι έχει πληρώσει καλώς τις εισφορές που του αναλογούν. Αν δεν τις πλήρωσε άντε μια βόλτα από τα λείψανα που διαφέντευαν τις τύχες μας τόσα χρόνια για να πληρώσουν αυτοί τον λογαριασμό της εξακολουθητικής ρεμούλας.
Η αξιοπρέπεια, όμως, δεν είναι ζήτημα δίκαιης η άδικης συνταξιοδότησης, δίκαιου ή άδικου διορισμού στο δημόσιο δοβλέτι. Η αξιοπρέπεια είναι κατάκτηση ενός πολιτισμού.
Στον καρκινοπαθή είσαι υποχρεωμένος, ως κράτος, να πας το φάρμακο έξω από την πόρτα του σπιτιού του, ανεξαρτήτως του πόθεν κρατάει η σκούφια του. Είτε στέλνοντας εκεί, με κατεβασμένο το κεφάλι, τους παλιούς φαρμακοποιούς που έφαγαν, έφαγαν, έφαγαν και έσκασαν και σήμερα κλαψουρίζουν για τις πιστώσεις που δεν λένε να έρθουν, είτε τους παλιούς υπαλλήλους των ασφαλιστικών ταμείων που κολοβέρασαν, κολοβέρασαν και ξανα πάλι κολοβάρεσαν και σήμερα θρηνούν και οδύρονται για τα χαμένα εισοδήματά τους.
Και στο εντωμεταξύ, να σου και ο απίθανος αιρετός να φωνάζει για τις ΔΟΥ και τα λοιπά παραρτήματα του απεχθούς Λεβιάθαν που κλείνουν στην περιοχή του και τα οποία γέμισαν τις ζωές μας με σφραγίδες, χαρτούρες, κουραστικές αναμονές μπροστά από ξεκούραστα γραφεία, αγένεια εκατέρωθεν και ενίοτε λίγο λάδωμα για τα γρανάζια που τρίζουνε. Και αντί εν έτει 2012 να μας μιλάνε για ηλεκτρονική διακυβέρνηση, αυτοί ερίζουν για την πατρότητα της πανταχόθεν βλακείας.
Όχι ρε. Δεν θέλω ΔΟΥ έξω από την πόρτα του σπιτιού μου, με καμιά δεκαριά υπαλλήλους μέσα, ενοίκια, φώτα, νερά, καθαριστικά χώρου, γραφικές ύλες και δεν ξέρω και εγώ τι άλλο χρειάζεται για να συντηρηθεί μια μικρή βιομηχανία αργομισθίας, γραφειοκρατίας και διαπλοκής.
Θέλω ηλεκτρονική πρόσβαση στα φορολογικά μου έγγραφα, ελάττωση της χάρτινης σαβούρας που απαιτείται για να δικαιολογείται μονίμως και καταχρηστικά η σφραγίδα-παρουσία της αργομισθίας και ταχεία εξυπηρέτηση από τα ΚΕΠ για την ηλεκτρονικά αναλφάβητη γιαγιά μου.
Άνθρωποι στο περιθώριο της τακτοποιημένης μας ζωής. Βλέπεις τα πρόσωπά τους και δεν αντικρίζεις πουθενά την απόγνωση. Κουράστηκαν να οργίζονται με την ανικανότητά μας. Κουράστηκαν να σέρνονται μια ζωή πίσω από γρήγορες καταδίκες και βιαστικούς αφορισμούς . Το μόνο που τους μέλλει τώρα είναι η εν τάχει διεκπεραίωση της επιβίωσής τους.
Τα άλλα είναι για εμάς. Τους γραφικούς της θεωρίας και τους φαφλατάδες της πολιτικής της πράξης. Αυτούς που κοτσάρανε τον τίτλο του κοινωνικού κράτους έξω από το πολυτελές μπουρδέλο μας και αράξανε πάνω στις τιμημένες δάφνες τους. Ανταλλάξανε τα απαραίτητα, για τέτοιες περιστάσεις, συγχαρίκια, τεντώσανε την ματαιοδοξία τους μπροστά στο φωτογραφικό φακό για τα καθιερωμένα φλας της περαστικής επιτυχίας και, αφού έσβησαν τα φώτα, επιστρέψανε στους δερμάτινους ιταλικούς τους καναπέδες για να αποθεώσουνε, ραγιάδες γαρ, τον πάλαι ποτέ μισητό Οθωμανό στις περιπτύξεις του με το μελαχρινό της Αϊσέ!
Προτού, λοιπόν, αλλάξουμε τον κόσμο όλο, προτού προχωρήσουμε στις μεγάλες και βαρύγδουπες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες στο εν τέλει θα αφορούν μονάχα τα προνόμια των λίγων και των εκλεκτών, ας καταργήσουμε για αρχή τις ουρές αυτές της ντροπής. Ας δώσουμε ως ελάχιστη ανταμοιβή σε αυτούς τους ανθρώπους τη χαμένη τους αξιοπρέπεια.
Στην τελική δεν με νοιάζει πώς θα καταργηθεί αυτή η ξεφτίλα. Βουλευτές εκλεγμένους έχουμε, υπουργούς γκλαμουράτους έχουμε, γενικούς γραμματείς έχουμε, ορδές συμβούλων έχουμε και από αυτές. Να τσακιστούνε, λοιπόν, να βρούνε λύση. Και για όσους ξινίσουν τις φατσούλες τους για το καταγγελτικό του λόγου και ψελλίσουν «μα καλά και τι προτείνεις εσύ», ας τους χαρίσω έναν Ρουσώ μήπως και ξεστραβωθούνε και πάψουν, από ντροπή, να με εγκαλούν για ανούσια φλυαρία.
«Μπορεί να ερωτηθώ εάν είμαι ηγεμόνας η νομοθέτης ώστε να γράφω περί πολιτικής. Απαντώ όχι και γι΄ αυτό ακριβώς γράφω περί πολιτικής. Εάν ήμουν ηγεμόνας ή νομοθέτης δεν θα έχανα τον καιρό μου να μιλώ για το τί πρέπει να γίνει. Θα το έκανα ή θα σιωπούσα».
ΥΓ. Καλή δύναμη σε όλους τους καρκινοπαθείς που επιμένουν να ζούν ακόμα σε αυτή τη χώρα με τις καρκινιάρικες συνήθειες…
*Ο Τάσος Φούντογλου είναι γιατρός – ειδικευόμενος νεφρολογίας