Τα χειροκροτήματα των κομματικών ακροατηρίων ποτέ δεν ήταν το φόρτε της αισθητικής μου. Πάντα πίστευα, και ακόμα συνεχίζω και πιστεύω, πως οι περισσότεροι κλακαδόροι αυτών των ακροατηρίων χειροκροτούν επειδή χειροκροτούν οι άλλοι.
Οι βαλτοί. Οι κολλητοί. Οι floοr
manager. Οι οποίοι σε κάθε σπάσιμο της φωνής του ηγέτη, σε κάθε αιχμή και σε κάθε κορυφή του χειρόγραφου λόγου, χτυπάνε χαρωπά τα δυο τους χέρια, με ένταση και οίστρο ευθέως ανάλογο με το μέγεθος και το κολλώδες της γλώσσας τους, παρασύροντας και τους υπόλοιπους σε αυτήν την έκρηξη θαυμασμού για αυτό που μόλις εκστόμισε ο λογογράφος του ηγέτη.
Τα χλιαρά χειροκροτήματα του χθεσινού κομματικού ακροατηρίου στο Εθνικό Συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, μέχρι πρότινος Προέδρου του, επίσης δεν είναι το φόρτε της δικής μου, τουλάχιστον, ηθικής.
Το θέαμα των πρωτοκλασάτων υπουργών της πρώτης σειράς, να κοιτάνε με μισό μάτι τον πρώην αρχηγό της κυβέρνησης στην οποία οι ίδιοι συμμετείχαν επί δυο συναπτά έτη διαμορφώνοντας τις βασικές πολιτικές της, και η απροθυμία τους να χτυπήσουν τα χεράκια τους καθ΄ όλη τη διάρκεια της ομιλίας του, παραπέμπουν ευθέως στην «γκροτέσκα» ηθική ενός χυδαίου και ανθρωποφάγου συστήματος εξουσίας.
Οι δευτερο- και οι τριτοκλασάτοι μαθητές των πίσω θρανίων δικαιούνται να απέχουν της χαρωπής διάθεσης και να μη χειροκροτούν. Είτε γιατί διαψεύστηκαν οι ειλικρινείς προσδοκίες τους για μια καλύτερη Ελλάδα – και άποψή μου είναι πως η πλειοψηφία τους ανήκει στην κατηγορία αυτή- είτε γιατί το σύστημα Παπανδρέου δεν τους επέτρεψε να ικανοποιήσουν τα ρουσφέτια των πελατών τους και να καταλάβουν τις υψηλά αμειβόμενες θέσεις ευθύνης της δημόσιας διοίκησης. Γι αυτό και οι τελευταίοι αρνήθηκαν συνειδητά να χειροκροτήσουν τον άνθρωπο που τους είπε κατάμουτρα πως το πελατειακό σύστημα της χώρας αυτής αποτελεί την μεγαλύτερη τροχοπέδη για τον εκσυγχρονισμό της. Ασχέτως αν ο ίδιος δεν έκανε τίποτα απολύτως για να το ξεριζώσει.
Το έβλεπες στις φάτσες τους. Το ένιωθες στις ξινισμένες μουράκλες τους. Δεν τους ένοιαζε το πελατειακό πρόβλημα της χώρας. Δεν τους ένοιαζε καν η ίδια η χώρα. Τους ένοιαζε που αυτός ο άνθρωπος τους έφτασε στο 10%, αποκλείοντας από τη νομή της εξουσίας τόσο τους ίδιους όσο και τους πελάτες τους.
Αυτά για τις πίσω σειρές. Γιατί οι μπροστά σειρές επέδειξαν έλλειψη ήθους και προστυχιά απέναντι στον πρώην Πρωθυπουργό τους. Απέναντι σε έναν άνθρωπο που τους εμπιστεύτηκε και τους ανέθεσε το βάρος του εκσυγχρονισμού της χώρας εν μέσω μιας πρωτοφανούς κρίσης.
Η επίκληση της οικονομικής καχεξίας, εκ μέρους αρκετών εκ των κορυφαίων υπουργών του, προκειμένου να δικαιολογήσουν την ανυπαρξία του δικού τους έργου, σίγουρα προκαλεί το γέλωτα.
Χρειάζονται χρήματα, αλήθεια, για να ανοίξεις μέσα σε ένα μήνα όλα τα επαγγέλματα;
Χρειάζονται χρήματα για να πετάξεις μέσα από τα ελληνικά Πανεπιστήμια όλους τους ρακοσυλλέκτες και τους «ρασοφόρους» της συντήρησης και του ψευδεπίγραφου προοδευτισμού;
Χρειάζονται χρήματα για να πατάξεις τη διαφθορά στα νοσοκομεία;
Χρειάζονται χρήματα για να πιάσεις τη φοροδιαφυγή των γνωστών, σε όλη την ελληνική επικράτεια, επαγγελμάτων που κατά κόρον φοροδιαφεύγουν;
Χρειάζονται χρήματα για να κλείσεις την Όπερα Δωματίου Θεσσαλονίκης;
Χρειάζονται χρήματα για να τοποθετήσεις στις Διοικήσεις των Νοσοκομείων τους άριστους απόφοιτους των ελληνικών Σχολών Διοίκησης Μονάδων Υγείας και στις διοικήσεις των λοιπών δημόσιων οργανισμών τους άριστους απόφοιτους της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης;
Χρειάζονται χρήματα για να δημιουργήσεις μηχανισμούς επιδότησης όλων των υγιών επιχειρήσεων αυτής της χώρας από τα ευρωπαϊκά προγράμματα στήριξης και να αποκλείσεις τα γνωστά παράσιτα του εγχώριου επιχειρείν;
Χρειάζονται χρήματα για να σταματήσεις τη φαιδρή επιδότηση πολιτιστικών και λοιπών συλλόγων ανά την ελληνική επικράτεια, προκειμένου να αποδεσμεύσεις πόρους για την αληθινή στήριξη του Πολιτισμού;
Ε, λοιπόν όχι. Για να πράξουν τα αυτονόητα οι υπουργοί της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ δεν χρειάζονταν χρήματα. Χρειάζονταν όραμα, θέληση και διάθεση για δουλειά. Χρειάζονταν σχεδιασμό, οργάνωση και υλοποίηση. Χρειάζονταν επιλογή των καλύτερων και αξιότερων συμβούλων, με αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησής τους, προκειμένου μαζί να καταστρώσουν τα σχέδια τους. Και δεν έκαναν απολύτως τίποτα.
Ο «κακός», λοιπόν, Παπανδρέου δεν απέτυχε μόνος του. Απέτυχε ολόκληρο το υπουργικό συμβούλιο, το οποίο τα τελευταία δυο χρόνια είτε δεν μπορούσε -λόγω ανικανότητας- να σχεδιάσει και να υλοποιήσει, είτε δεν του το επέτρεπε η πρωθυπουργική καμαρίλα οπότε και θα έπρεπε πάραυτα να παραιτηθεί. Οι ξινισμένες φάτσες τους και τα χλιαρά τους χειροκροτήματα δεν πείθουν. Προκαλούν ακόμα περισσότερο για την ανικανότητα, όχι μόνο ενός προσώπου αλλά ενός ολόκληρου συστήματος εξουσίας.
Το «δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται» όσο και αν το απορρίπτουν διαρρήδην οι δελφίνοι του ΠΑΣΟΚ αποτελεί την κυρίαρχη πρακτική ανθρώπων οι οποίοι την εποχή της παντοκρατορίας του ηγέτη στέκονται σούζα, για να μπορούν να στρογγυλοκάθονται στις υπουργικές καρέκλες και μόλις αρχίσει η κάθοδος της δημοφιλίας και της ισχύος του σπεύδουν να τον λιντσάρουν.
Οι αληθινοί άντρες, με αλβανική μπέσα και ελληνικό φιλότιμο, χειροκροτούν τον πληγωμένο ηγέτη τους, τη στιγμή που αποχωρεί ταπεινωμένος από το πεδίο της μάχης. Οι «γυναικούλες», αντιθέτως, αρχίζουν να σουφρώνουν τα χειλάκια τους, να συνοφρυώνουν τα φρειδάκια τους και να ετοιμάζονται για το αυριανό μαλλιοτράβηγμα της εξουσίας.
Ας ελπίσουμε ο λαός να έχει καταλάβει. Ας το ελπίσουμε.
*Ο Τάσος Φούντογλου είναι ειδικευόμενος νεφρολόγος στο Γενικό Νοσοκομείο της Πτολεμαΐδας.
Οι βαλτοί. Οι κολλητοί. Οι floοr
manager. Οι οποίοι σε κάθε σπάσιμο της φωνής του ηγέτη, σε κάθε αιχμή και σε κάθε κορυφή του χειρόγραφου λόγου, χτυπάνε χαρωπά τα δυο τους χέρια, με ένταση και οίστρο ευθέως ανάλογο με το μέγεθος και το κολλώδες της γλώσσας τους, παρασύροντας και τους υπόλοιπους σε αυτήν την έκρηξη θαυμασμού για αυτό που μόλις εκστόμισε ο λογογράφος του ηγέτη.
Τα χλιαρά χειροκροτήματα του χθεσινού κομματικού ακροατηρίου στο Εθνικό Συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, μέχρι πρότινος Προέδρου του, επίσης δεν είναι το φόρτε της δικής μου, τουλάχιστον, ηθικής.
Το θέαμα των πρωτοκλασάτων υπουργών της πρώτης σειράς, να κοιτάνε με μισό μάτι τον πρώην αρχηγό της κυβέρνησης στην οποία οι ίδιοι συμμετείχαν επί δυο συναπτά έτη διαμορφώνοντας τις βασικές πολιτικές της, και η απροθυμία τους να χτυπήσουν τα χεράκια τους καθ΄ όλη τη διάρκεια της ομιλίας του, παραπέμπουν ευθέως στην «γκροτέσκα» ηθική ενός χυδαίου και ανθρωποφάγου συστήματος εξουσίας.
Οι δευτερο- και οι τριτοκλασάτοι μαθητές των πίσω θρανίων δικαιούνται να απέχουν της χαρωπής διάθεσης και να μη χειροκροτούν. Είτε γιατί διαψεύστηκαν οι ειλικρινείς προσδοκίες τους για μια καλύτερη Ελλάδα – και άποψή μου είναι πως η πλειοψηφία τους ανήκει στην κατηγορία αυτή- είτε γιατί το σύστημα Παπανδρέου δεν τους επέτρεψε να ικανοποιήσουν τα ρουσφέτια των πελατών τους και να καταλάβουν τις υψηλά αμειβόμενες θέσεις ευθύνης της δημόσιας διοίκησης. Γι αυτό και οι τελευταίοι αρνήθηκαν συνειδητά να χειροκροτήσουν τον άνθρωπο που τους είπε κατάμουτρα πως το πελατειακό σύστημα της χώρας αυτής αποτελεί την μεγαλύτερη τροχοπέδη για τον εκσυγχρονισμό της. Ασχέτως αν ο ίδιος δεν έκανε τίποτα απολύτως για να το ξεριζώσει.
Το έβλεπες στις φάτσες τους. Το ένιωθες στις ξινισμένες μουράκλες τους. Δεν τους ένοιαζε το πελατειακό πρόβλημα της χώρας. Δεν τους ένοιαζε καν η ίδια η χώρα. Τους ένοιαζε που αυτός ο άνθρωπος τους έφτασε στο 10%, αποκλείοντας από τη νομή της εξουσίας τόσο τους ίδιους όσο και τους πελάτες τους.
Αυτά για τις πίσω σειρές. Γιατί οι μπροστά σειρές επέδειξαν έλλειψη ήθους και προστυχιά απέναντι στον πρώην Πρωθυπουργό τους. Απέναντι σε έναν άνθρωπο που τους εμπιστεύτηκε και τους ανέθεσε το βάρος του εκσυγχρονισμού της χώρας εν μέσω μιας πρωτοφανούς κρίσης.
Η επίκληση της οικονομικής καχεξίας, εκ μέρους αρκετών εκ των κορυφαίων υπουργών του, προκειμένου να δικαιολογήσουν την ανυπαρξία του δικού τους έργου, σίγουρα προκαλεί το γέλωτα.
Χρειάζονται χρήματα, αλήθεια, για να ανοίξεις μέσα σε ένα μήνα όλα τα επαγγέλματα;
Χρειάζονται χρήματα για να πετάξεις μέσα από τα ελληνικά Πανεπιστήμια όλους τους ρακοσυλλέκτες και τους «ρασοφόρους» της συντήρησης και του ψευδεπίγραφου προοδευτισμού;
Χρειάζονται χρήματα για να πατάξεις τη διαφθορά στα νοσοκομεία;
Χρειάζονται χρήματα για να πιάσεις τη φοροδιαφυγή των γνωστών, σε όλη την ελληνική επικράτεια, επαγγελμάτων που κατά κόρον φοροδιαφεύγουν;
Χρειάζονται χρήματα για να κλείσεις την Όπερα Δωματίου Θεσσαλονίκης;
Χρειάζονται χρήματα για να τοποθετήσεις στις Διοικήσεις των Νοσοκομείων τους άριστους απόφοιτους των ελληνικών Σχολών Διοίκησης Μονάδων Υγείας και στις διοικήσεις των λοιπών δημόσιων οργανισμών τους άριστους απόφοιτους της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης;
Χρειάζονται χρήματα για να δημιουργήσεις μηχανισμούς επιδότησης όλων των υγιών επιχειρήσεων αυτής της χώρας από τα ευρωπαϊκά προγράμματα στήριξης και να αποκλείσεις τα γνωστά παράσιτα του εγχώριου επιχειρείν;
Χρειάζονται χρήματα για να σταματήσεις τη φαιδρή επιδότηση πολιτιστικών και λοιπών συλλόγων ανά την ελληνική επικράτεια, προκειμένου να αποδεσμεύσεις πόρους για την αληθινή στήριξη του Πολιτισμού;
Ε, λοιπόν όχι. Για να πράξουν τα αυτονόητα οι υπουργοί της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ δεν χρειάζονταν χρήματα. Χρειάζονταν όραμα, θέληση και διάθεση για δουλειά. Χρειάζονταν σχεδιασμό, οργάνωση και υλοποίηση. Χρειάζονταν επιλογή των καλύτερων και αξιότερων συμβούλων, με αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησής τους, προκειμένου μαζί να καταστρώσουν τα σχέδια τους. Και δεν έκαναν απολύτως τίποτα.
Ο «κακός», λοιπόν, Παπανδρέου δεν απέτυχε μόνος του. Απέτυχε ολόκληρο το υπουργικό συμβούλιο, το οποίο τα τελευταία δυο χρόνια είτε δεν μπορούσε -λόγω ανικανότητας- να σχεδιάσει και να υλοποιήσει, είτε δεν του το επέτρεπε η πρωθυπουργική καμαρίλα οπότε και θα έπρεπε πάραυτα να παραιτηθεί. Οι ξινισμένες φάτσες τους και τα χλιαρά τους χειροκροτήματα δεν πείθουν. Προκαλούν ακόμα περισσότερο για την ανικανότητα, όχι μόνο ενός προσώπου αλλά ενός ολόκληρου συστήματος εξουσίας.
Το «δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται» όσο και αν το απορρίπτουν διαρρήδην οι δελφίνοι του ΠΑΣΟΚ αποτελεί την κυρίαρχη πρακτική ανθρώπων οι οποίοι την εποχή της παντοκρατορίας του ηγέτη στέκονται σούζα, για να μπορούν να στρογγυλοκάθονται στις υπουργικές καρέκλες και μόλις αρχίσει η κάθοδος της δημοφιλίας και της ισχύος του σπεύδουν να τον λιντσάρουν.
Οι αληθινοί άντρες, με αλβανική μπέσα και ελληνικό φιλότιμο, χειροκροτούν τον πληγωμένο ηγέτη τους, τη στιγμή που αποχωρεί ταπεινωμένος από το πεδίο της μάχης. Οι «γυναικούλες», αντιθέτως, αρχίζουν να σουφρώνουν τα χειλάκια τους, να συνοφρυώνουν τα φρειδάκια τους και να ετοιμάζονται για το αυριανό μαλλιοτράβηγμα της εξουσίας.
Ας ελπίσουμε ο λαός να έχει καταλάβει. Ας το ελπίσουμε.
*Ο Τάσος Φούντογλου είναι ειδικευόμενος νεφρολόγος στο Γενικό Νοσοκομείο της Πτολεμαΐδας.