
Όσοι έχουν ζήσει π.χ. επείγοντα περιστατικά συγγενών τους, δεν χρειάζονται να διαβάσουν το κείμενο, νιώθουν το γνωστό σφίξιμο στο στομάχι, τα ξέρουν καλά. Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι ότι ο δημοσιογράφος ξεκινά το κείμενό του με …
(το κείμενο με πλάγια, είναι του δημοσιογράφου)
«Είχα ακριβώς 10 χρόνια να περάσω την πόρτα μεγάλου νοσοκομείου σε ημέρα εφημερίας. Διαβάζω τα ρεπορτάζ ότι τα πράγματα στο ΕΣΥ πάνε από το κακό στο χειρότερο και πως τα δημόσια νοσοκομεία βρίσκονται σε πλήρη διάλυση, δεν είχα όμως συνειδητοποιήσει την κατάντια, μέχρι που την έζησα λεπτό προς λεπτό. Επί πέντε μέρες βρίσκομαι σε πανικό μήπως από κακή τύχη βρεθώ ξανά ο ίδιος ή ένα αγαπημένο μου πρόσωπο στη θέση που βρέθηκα το απόγευμα της περασμένης Κυριακής».
Το παραπάνω αρχικό κείμενο, έχει σημασία, γιατί ο δημοσιογράφος δεν «έτυχε» να βρεθεί σε κάποιο εξωτερικό ιατρείο ενός ιδιωτικού νοσοκομείου πολυτελείας, βεβαίως βρέθηκε στον Ευαγγελισμό, ένα από τα μεγαλύτερα δημόσια νοσοκομεία της χώρας με υψηλό ποσοστό τεχνολογικής αρτιότητας, κι όμως λέει ότι «Τον πραγματικό εφιάλτη τον είδα όταν ο ασθενής συγγενής μου διακομίστηκε σε έναν διάδρομο για νοσηλεία. Βαριά και ελαφρώς ασθενείς, άστεγοι, περιθωριακοί, σαν να είχαν ραντεβού με τον πόνο, πήραν θέση στα ράντζα του 8ου ορόφου»
Αυτό ακριβώς έζησα κι εγώ με δικό μου στενό συγγενή στα εξωτερικά ιατρεία του ΚΑΤ τις μέρες των γιορτών. Μόνο που είδα και πράγματα που δεν περιγράφονται στο επιτόπιο ρεπορτάζ, το οποίο δε, εάν του κου Πολίτη δεν του «τύχαινε», ενδεχομένως να έγραφε κάτι άλλο στην εφημερίδα του…
Επίσης είχε την ουτοπική (όπως κι εγώ) εντύπωση ότι «…αυτή η επίσκεψη θα είναι μία διαδικασία ρουτίνας ώσπου περάσαμε την πόρτα των εξωτερικών ιατρειών του Ευαγγελισμού. Οι πρώτες εικόνες ήταν όμοιες με εκείνες που μεταδίδουν τα ξένα πρακτορεία από νοσοκομεία σε πόλεις που μόλις έχουν βομβαρδιστεί. Πήραμε το χαρτάκι από μια κουρασμένη κυρία στην είσοδο, η οποία μετά βίας μού ψιθύρισε να το δώσω στη νοσοκόμα και να περιμένω τη σειρά μου: «Μα είναι επείγον», ψέλλισα, χωρίς να πάρω απάντηση.»
Αλήθεια, δεν παίρνεις εύκολα απάντηση. Το έζησα κι αυτό, μα διάολε, βρε άνθρωπε, μια απάντηση δεν προϋποθέτει χρηματοδότηση για να δικαιολογηθείς για «έλλειψη χρημάτων», μια απάντηση περιμένει ένας άνθρωπος που αγωνιά για την υγεία την δικιά του ή ενός δικού του. Τι κοστίζει. Όχι, συναντάς την απάθεια ζωγραφισμένη σε κάθε πρόσωπο που ανήκει στο νοσηλευτικό προσωπικό. Άχρωμα βλέμματα ντυμένα στα άσπρα περιφέρονται ανάμεσα στους ασθενείς κάνοντάς του τη χάρη πότε-πότε να απαντήσουν σε ένα αγωνιώδες «πότε» το οποίο ανάλογα την περίσταση μετατρέπεται σε παράπονο, διστακτικό άι-σιχτίρ, χριστοπαναγία, κλάμα και πάλι παράπονο.
«…αυτή η επίσκεψη θα είναι μία διαδικασία ρουτίνας ώσπου περάσαμε την πόρτα των εξωτερικών ιατρειών…»
Προσωπικά στο ΚΑΤ έμεινα έξι ολόκληρες ώρες, έως ότου βγουν οι αναλύσεις αίματος, να τις πάρει στα χέρια του ο γιατρός και να αποφανθεί. Έξι ώρες, από τις 3 έως τις 8 μμ.
Το κείμενο λες και το έγραψα εγώ, ιδιαίτερα εκεί που ο δημοσιογράφος μάταια αναζητεί ... κάποιον να του πω ότι τον άνθρωπο που συνοδεύω πρέπει να τον δει σύντομα ο γιατρός. Πρόσβαση έχω μόνο στον «άγριο» σεκιουριτά που λέει πάντα το ίδιο: «Δεν ξέρω κύριε. Θα σας φωνάξουν οι νοσοκόμες, μέσα πεθαίνει κόσμος. Περιμένετε, είπαμε».
Είδα και ασθενής καγκουρό, ναι, δεν είναι αστείο, αυτή η εικόνα μου ήρθε στο νου, όταν κάποιοι (αρκετοί) με μπαταρισμένο πόδι –επειδή δεν υπήρχε καροτσάκι- λες και «έπαιζαν κουτσό» πηγαίνοντας με αλαφρά πηδηματάκια στο ένα –το καλό- πόδι από το ιατρείο, στη γραμματεία, στο πάρκινγκ και πίσω στη γραμματεία κι έπειτα ξανά για τ’ αποτελέσματα, όλα με πηδηματάκια…. είδα το καγκουρό φαντάρο εκείνο το απόγευμα.
Ας πάμε πάλι στον κο Πολίτη: «...οι περισσότεροι ασθενείς πεθαίνουν στη χώρα μας γιατί η πρόσβαση στα νοσοκομεία της Αθήνας είναι εξαιρετικά δύσκολη και μέχρι να φτάσει στα εξωτερικά ιατρεία ένας καρδιοπαθής ή πολυτραυματίας είναι ήδη αργά.
Η ώρα έχει φτάσει 4.30. Περιμένουμε στην ουρά περισσότερο από δύο ώρες. Τα έκτακτα περιστατικά φτάνουν με το ΕΚΑΒ το ένα με το άλλο. Γιατροί και νοσοκόμες πέφτουν πάνω στους βαριά ασθενείς, να σώσουν όσους μπορούν. Έτσι κανένας δεν ασχολείται με εκείνους που περιμένουν στην ουρά και δείχνουν να στέκονται- ακόμη- στα ποδιά τους….»
Η ώρα έχει φτάσει 4.30. Περιμένουμε στην ουρά περισσότερο από δύο ώρες. Τα έκτακτα περιστατικά φτάνουν με το ΕΚΑΒ το ένα με το άλλο. Γιατροί και νοσοκόμες πέφτουν πάνω στους βαριά ασθενείς, να σώσουν όσους μπορούν. Έτσι κανένας δεν ασχολείται με εκείνους που περιμένουν στην ουρά και δείχνουν να στέκονται- ακόμη- στα ποδιά τους….»
Το ποστ κοντεύει στο τέλος του. Η κατάσταση στην Υγεία συνεχίζεται.
Κανένας δεν ακούει. «Πέρασαν τρεις ώρες και δεν αισθάνομαι χειρότερα. Άρα, δεν έχω κάτι σοβαρό. Πάμε σπίτι να καλέσουμε έναν γιατρό. Δεν αντέχω άλλο εδώ» λέει ο ασθενής που συνοδεύω. Κάνω το λάθος να συμφωνήσω μαζί του. Μόλις απομακρυνόμαστε 200 μέτρα από το νοσοκομείο σωριάζεται στο πεζοδρόμιο. Πανικοβλημένος και με κρύο ιδρώτα να με λούζει, φωνάζω «βοήθεια», αλλά ποιος να με ακούσει. Βλέπω ένα ασθενοφόρο στα πέντε μέτρα. «Βοηθήστε με να φτάσει ο άνθρωπος στο νοσοκομείο» τους λέω. «Δεν μπορούμε, φίλε, πάμε για άλλο περιστατικό» μου απάντησε αδιάφορα ο οδηγός και πάτησε γκάζι.
Έσυρα τον ασθενή μου ούτε ξέρω πώς μέχρι την πόρτα του νοσοκομείου. Βλέπω παρατημένο ένα φορείο με βρώμικα σεντόνια από άλλον ασθενή, τον ρίχνω πάνω και τρέχω σπρώχνοντας το φορείο στους διαδρόμους...»
Έσυρα τον ασθενή μου ούτε ξέρω πώς μέχρι την πόρτα του νοσοκομείου. Βλέπω παρατημένο ένα φορείο με βρώμικα σεντόνια από άλλον ασθενή, τον ρίχνω πάνω και τρέχω σπρώχνοντας το φορείο στους διαδρόμους...»
…και
«Φύγαμε το μεσημέρι της επόμενης μέρας. Κουβαλώ μαζί μου τη βαριά μπόχα του διαδρόμου και πολύ θυμό. Έχω πειστεί ότι για να βγεις ζωντανός απ΄ αυτήν την κόλαση είναι θέμα τύχης: να βρεθεί μπροστά σου τη σωστή στιγμή ο σωστός γιατρός που έχει τον χρόνο να ασχοληθεί μαζί σου. Θλίβομαι και φοβάμαι.»
«Φύγαμε το μεσημέρι της επόμενης μέρας. Κουβαλώ μαζί μου τη βαριά μπόχα του διαδρόμου και πολύ θυμό. Έχω πειστεί ότι για να βγεις ζωντανός απ΄ αυτήν την κόλαση είναι θέμα τύχης: να βρεθεί μπροστά σου τη σωστή στιγμή ο σωστός γιατρός που έχει τον χρόνο να ασχοληθεί μαζί σου. Θλίβομαι και φοβάμαι.»