Η μελέτη έγινε στο Στρατιωτικό Ερευνητικό Ινστιτούτο Walter Reed. Οι ερευνητές, με επικεφαλής την δρα Τρέισι Ραπ, χώρισαν τους εθελοντές σε δύο ομάδες. Η πρώτη ακολουθούσε κανονικό πρόγραμμα ύπνου και οι άλλοι μισοί είχαν τη δυνατότητα να κοιμούνται όσο ήθελαν.
Την επόμενη εβδομάδα, οι ερευνητές προσκάλεσαν όλους τους εθελοντές στο εργαστήριό τους και επί επτά ημέρες τούς επέτρεπαν να κοιμούνται μόνον τρεις ώρες ανά 24ωρο – τους προκάλεσαν δηλαδή σημαντική έλλειψη ύπνου.
Όταν πέρασαν οι επτά μέρες της ξαγρυπνίας, τους ζήτησαν να υποβληθούν σε διάφορα τεστ, τα οποία απέδειξαν πως όσοι είχαν καλοκοιμηθεί την εβδομάδα πριν από τα ξενύχτια, «ήταν πιο ανθεκτικοί στην στέρηση ύπνου».
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι οι χρόνοι αντίδρασής τους και η πνευματική τους εγρήγορση ήταν σαφώς καλύτερη απ’ ό,τι των εθελοντών οι οποίοι είχαν ακολουθήσει την ρουτίνα τους και δεν είχαν αποθηκεύσει ύπνο.
Επιπλέον, μία εβδομάδα αργότερα, όσοι είχαν αποθηκεύσει εκ των προτέρων ύπνο είχαν συνέλθει πολύ περισσότερο από την στέρηση ύπνου, σε σύγκριση με τους υπόλοιπους.
«Αυτό που ουσιαστικά βρήκαμε είναι ότι εάν κάποιος φροντίζει να γεμίζει τις ρεζέρβες του και να ξεπληρώνει εκ των προτέρων το χρέος του σε ύπνο, είναι καλύτερα προετοιμασμένος για να αντέξει τις περιόδους που κατ’ ανάγκην θα πρέπει να κοιμάται λίγο», εξηγεί η δρ Ραπ.
Σε κάθε περίπτωση, η σύσταση των επιστημόνων είναι να προσπαθούμε να κοιμόμαστε με τις ώρες όταν το πρόγραμμά μας έχει ξενύχτι στη δουλειά κάποια στιγμή στο εγγύς μέλλον.