Ο χάρτης των σφαιρών επιρροής, με βάση τη μυστική Συμφωνία Sykes – Picot (1916). Εκατό χρόνια μετά, οι σφαίρες επιρροής επανακαθορίζονται. Ο Ελληνισμός πρέπει να προσέξει, για να μην ξαναζήσουμε τραγωδίες τύπου 1919-1923.
Συρία: Ο πιο κρίσιμος ‘κρίκος’
Μετά την Αίγυπτο, την Τυνησία, την Υεμένη, το Μπαχρέιν και τη Λιβύη, σοβαρής κλίμακας διαδηλώσεις αντιφρονούντων, και όχι μόνον, είναι σε εξέλιξη στη Συρία, θέτοντας σε κίνδυνο το και με τη βούλα αντιδημοκρατικό μπααθικό-σοσιαλιστικό καθεστώς, αφού από το 1964 ισχύει στη χώρα ο νόμος περί κατάστασης Εκτάκτου Ανάγκης.
Η κατάσταση, η πορεία των εξελίξεων και γενικά το μέλλον της Συρίας είναι δύσκολο να προβλεφθεί και να προδιαγραφεί, αφού πρόκειται για μια χώρα με κομβικό ρόλο στις γεωπολιτικές ισορροπίες
στην περιοχή, μια χώρα κυριολεκτικό μωσαϊκό εθνοτικών και θρησκευτικών ομάδων, που διοικείται από το 1970 από την οικογένεια Άσαντ. Να σημειωθεί ότι η οικογένεια Άσαντ ανήκει στη θρησκευτική μειονότητα των Αλαουιτών, που αποτελούν το 13% του συνόλου του πληθυσμού της χώρας, της οποίας η εθνογραφική δομή έχει σημασία να μελετηθεί, για την καλύτερη κατανόηση της ανάλυσής μας. (Βλ. σημείωση)
Η Συρία, την περίοδο του ψυχρού πολέμου προσπαθούσε να ισορροπήσει μεταξύ της γαλλικής επιρροής, που στηριζόταν στη συμφωνία Sykes – Picot, και της Σοβιετικής επιρροής, που ήταν αποτέλεσμα των σχεδίων της Σοβιετικής Ένωσης για απόκτηση γεωπολιτικών ερεισμάτων στη Μέση Ανατολή. Αυτό το εξαιρετικά δύσκολο παιχνίδι, μέχρι το 2000, που τον διαδέχτηκε ο γιός του Μπασάρ, το έπαιξε με σχετική επιτυχία ο Χαφέζ Αλ Άσαντ, πολιτικός με μεγάλα πολιτικά χαρίσματα, που έχαιρε της εκτίμησης εχθρών και φίλων. Με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, το κενό της Σοβιετικής επιρροής στη Μέση Ανατολή και στη Συρία προσπάθησαν να καλύψουν πολλοί, ανάμεσα στους οποίους το Ιράν και η Τουρκία.
Όσον αφορά το Ιράν, οι βασικοί παράγοντες μέσω των οποίων μέχρι και σήμερα ασκεί επιρροή στην περιοχή της Μέσης Ανατολής η Τεχεράνη, είναι η ίδια η Συρία, η σιιτική Χεζμπολάχ του Λιβάνου και η σουνιτική (!) Χαμάς, της Λωρίδας της Γάζας. Και μπορούμε να πούμε ότι η επιρροή που ασκεί κυρίως η Τεχεράνη στη Μέση Ανατολή έχει φθάσει σε τέτοιο επίπεδο, που έχει θορυβήσει και την ίδια τη Σαουδική Αραβία, η οποία, σε ορισμένες περιπτώσεις κατά το παρελθόν, έσπευσε να πάρει τη θέση του ήδη θορυβημένου Ισραήλ. Αυτό, όμως, που έχει κεφαλαιώδη σημασία για την ανάλυσή μας, είναι το πώς ασκείται σε πρακτικό επίπεδο η επιρροή του Ιράν στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Η απάντηση είναι μέσω ή σε συνεργασία με τη Συρία, αφού το μείζον ζήτημα του οπλισμού αλλά και μια σειρά από άλλα πρακτικά ζητήματα που αφορούν στην στήριξη και την υποστήριξη της Χεζμπολάχ, εξασφαλίζονται από την κυβέρνηση ή τις μυστικές υπηρεσίες του καθεστώτος Ασάντ, που χρησιμοποιεί γι’ αυτό τα χερσαία σύνορα που έχει με το Λίβανο. Όσον αφορά δε στη Χαμάς, εδώ και χρόνια ο πολιτικός της ηγέτης, Χάλεντ Μεσάαλ, ‘φιλοξενείται’ στη Δαμασκό, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την κατάσταση και τις εξελίξεις στη Λωρίδα της Γάζας.
Όσον αφορά την Τουρκία, η κρίση του 1998, που οδήγησε στην έξοδο του επίσης επί χρόνια ‘φιλοξενούμενου’ της Δαμασκού, Αμπντουλλάχ Οτζαλάν, εγκαινίασε μια νέα περίοδο στις πολιτικό-οικονομικές σχέσεις των δυο χωρών, που θεωρούνται πλέον στρατηγικοί εταίροι. Μέχρι τότε, ‘αγκάθια’ στις σχέσεις των δυο χωρών ήταν το ζήτημα του Σαντζακίου της Αλεξανδρέτας, που προσάρτησε αυθαίρετα η Τουρκία από το 1938, η κατασκευή φραγμάτων που κατακρατεί τα νερά του Τίγρη και του Ευφράτη και η ‘φιλοξενία’ του Άπο στο Λίβανο και τη Δαμασκό. Με την έξοδο του Άπο από την περιοχή, ένας από τους λόγους που ώθησε Άγκυρα και Δαμασκό να ξεπεράσουν τα άλλα δυο ‘αγκάθια’ και να συνάψουν στρατηγική σχέση, είναι το Κουρδικό και οι εξελίξεις που προοιωνίζονται γύρω από αυτό. Το Κουρδικό ήταν επίσης το καίριο ζήτημα που προκάλεσε την προσέγγιση Τουρκίας-Ιράν, για να μιλάμε πλέον για ένα νέο ‘τρίγωνο του διαβόλου’ στην περιοχή, αυτό της τριγωνικής σχέσης Άγκυρας-Τεχεράνης-Δαμασκού.
Αν λοιπόν προσεγγίσουμε τα τεκταινόμενα στη Συρία με αφετηρία τις σχέσεις της χώρας αυτής με το Ιράν και την Τουρκία και αν υιοθετήσουμε την άποψη του ίδιου του Μπασάρ Άσαντ, σύμφωνα με την οποία εξυφαίνεται μια συνωμοσία εις βάρος της χώρας του, που αποσκοπεί στον διαμελισμό της, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα του Ισραήλ, τότε μπορούμε να καταλήξουμε στο εξής συμπέρασμα:
Σε περίπτωση ανατροπής -κάτι που θεωρείται εξαιρετικά πιθανό- του καθεστώτος Άσαντ, το οποίο ούτως ή άλλως δεν είναι καθόλου αρεστό στη Δύση -οι ΗΠΑ δεν κρύβουν την απαρέσκειά τους στο καθεστώς και δεν χάνουν την ευκαιρία να δηλώνουν του ενδιαφέρον τους για τους εξεγερμένους, ενώ ήδη έχουν καλέσει τους αμερικανούς υπηκόους να εγκαταλείψουν τη Συρία- η κατάσταση που θα προκύψει μάλλον θα είναι πιο κοντά στη Δύση, αν δεν καθοριστεί απ’ αυτήν. Αυτό σημαίνει ότι το Ιράν θα χάσει έναν πολύτιμο και καθοριστικής σημασίας σύμμαχο για την πολιτική του στη Μέση Ανατολή, ενώ η Τουρκία θα χάσει έναν σύμμαχο στις αγωνιώδεις προσπάθειες που κάνει για να ελέγξει με μη δημοκρατικά μέσα το Κουρδικό, για το οποίο θα δημιουργηθούν ευνοϊκές προοπτικές για μια δεύτερη διέξοδο -πλην της Τουρκίας- προς τη θάλασσα και τη Δύση, τουλάχιστον για τις εμπορικές και οικονομικές συναλλαγές.
Με άλλα λόγια, με ένα νέο -εκούσια ή ακούσια- φιλοδυτικό καθεστώς στη Συρία, ξαναμοιράζεται η τράπουλα και δημιουργούνται συνθήκες να ξανασχεδιαστεί ο χάρτης των σφαιρών επιρροής στην περιοχή, εκατό χρόνια μετά την υπογραφή της μυστικής συμφωνίας Sykes – Pikot. Τότε, η Οθωμανική Αυτοκρατορία οδηγήθηκε στον τελικό διαμελισμό, από τον οποίον προέκυψε το σύγχρονο τουρκικό κράτος, ενώ η Ελλάδα και οι Έλληνες, δεν σταθμίσαμε σωστά τα δεδομένα και κάναμε έναν εθνικό σχεδιασμό που οδήγησε στη Μικρασιατική Καταστροφή. Σήμερα, που ξαναμοιράζεται η τράπουλα, έχει ενδιαφέρον να δούμε τί συνέπειες θα έχει αυτό για την περιβόητη και συνταγματικά κατοχυρωμένη (!!!) ενότητα του ‘τουρκικού έθνους’ και για την εδαφική ακεραιότητα της Τουρκίας, όπως επίσης έχει ενδιαφέρον και ο εθνικός σχεδιασμός που θα κάνει ο Ελληνισμός (Ελλάδα-Κύπρος) για να αντιμετωπίσουμε τις εξελίξεις που ούτως ή άλλως θα μας αγγίξουν, έχοντας ως πάντα ως παράδειγμα προς αποφυγή αυτόν του 1919-1923.
Πάντως, ανεξάρτητα με τον εθνικό σχεδιασμό που θα υιοθετήσουμε, σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να παρακολουθούμε, να αναλύουμε και να έχουμε ξεκάθαρη εικόνα γι’ αυτά που γίνονται και -κυρίως- γι’ αυτά που θα προκύψουν από τα τεκταινόμενα στην περιοχή που περικλείεται στο σύγχρονο ‘τρίγωνο του διαβόλου’.
Σημείωση
Για να κατανοήσουμε καλύτερα την κατάσταση, πρέπει να γίνει μια πολύ συνοπτική αναφορά στα δημογραφικά στοιχεία της Συρίας. Από τα 22 εκατομμύρια του πληθυσμού της, όσον αφορά τη θρησκεία, το 75% είναι σουνίτες, το 13% αραβόφωνοι αλαουίτες και το 10% χριστιανοί. Όσον αφορά την εθνοτική δομή του πληθυσμού, στη Συρία κατοικούν 2 εκατομμύρια Κούρδοι, 1 εκατομμύριο Ασσύριοι, 800 χιλιάδες τουρκομάνοι, 500 χιλιάδες Δρούζοι, 200 χιλιάδες Αρμένιοι, 100 χιλιάδες Κιρκάσιοι, 400 χιλιάδες Παλαιστίνοι πρόσφυγες και πάνω από 1 εκατομμύριο πρόσφυγες από το Ιράκ, από τους οποίους οι 200 χιλιάδες Ασσύριοι χριστιανοί. Ο υπόλοιπος πληθυσμός της χώρας θεωρούνται Άραβες, ενώ σοβαρές ιστορικές και επιστημονικές μελέτες θεωρούν μεγάλο ποσοστό του αραβικού πληθυσμού της Συρίας απλά αραβόφωνο, με καταγωγή από τους Ασσύριους και τους άλλους λαούς που υπήρχαν στην περιοχή πριν τον 7-8ο αιώνα που εμφανίστηκαν οι Άραβες.
Το άρθρο δημοσιευθηκε στην εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, την Παρασκευή, 1 Απριλίου 2011