κυριαρχούν πλήρως, όπως κυριαρχούσαν οι αναβολικές στα πρώτα στάδια της ζωής.
Δεν υπάρχει ακριβής προσδιορισμός του χρόνου έναρξης των γηρατειών. Για κάθε άνθρωπο η βιολογική του ηλικία δεν ταυτίζεται κατ' ανάγκη με τη χρονολογική. Ομως γενικά θεωρείται ότι ο άνθρωπος εισέρχεται στην τρίτη ηλικία μετά τα 65. Βασικοί παράγοντες που προσδιορίζουν το γήρας θεωρούνται τα γονίδια τού κάθε ανθρώπου και το περιβάλλον του, δηλαδή ο τρόπος που ζει. Κατά συνέπεια, η διατροφή θεωρείται από τους βασικότερους παράγοντες που συμβάλλουν στη μακροζωία του ανθρώπου. Αλλά το πόσον ακριβώς επηρεάζει η διατροφή τη μακροζωία είναι δύσκολο να προσδιοριστεί μαθηματικά. Ομως, το επίσημο περιοδικό της Αμερικανικής Διαιτητικής Εταιρείας επιχειρεί μια σοβαρή προσπάθεια με τη δημοσίευση μιας διατροφικής μελέτης που αναφέρεται στην τρίτη ηλικία. Επιστήμονες κατέγραψαν το διαιτολόγιο 2.500 ατόμων ηλικίας 70-79 ετών και μελέτησαν το χρόνο επιβίωσής τους.
Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι το γεγονός ότι παρατηρήθηκε πως υπήρξε διαφορά στην επιβίωση μεταξύ των μελετηθέντων ατόμων που έφθανε μέχρι και 10 χρόνια. Αυτό αφορούσε εκείνους που είχαν συγκεκριμένη διατροφή όπου υπερτερούσαν τα φρούτα και τα λαχανικά, ενώ τα λιπαρά δεν ξεπερνούσαν το 10% των θερμίδων που καθημερινά έπαιρναν. Αντίθετα, τα άτομα με τη χαμηλότερη επιβίωση είχαν κύριο συστατικό της τροφής τους τα λιπαρά και ειδικότερα κόκκινο κρέας, γάλα υπερβουτυρωμένο, παγωτά και γλυκά.
Παράλληλα, εκτιμήσεις από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης υποστηρίζουν ότι με ανάλογη υγιεινή διατροφή διασώζονται στην Αγγλία 33.000 άνθρωποι το χρόνο και ειδικότερα 7.000 άνθρωποι προστατεύονται από καρδιακή προσβολή, 5.000 άνθρωποι από καρκίνο και 3.000 από εγκεφαλικά επεισόδια. Μάλιστα, το αλάτι τονίζεται ιδιαίτερα ότι δεν θα πρέπει να ξεπερνά τα 6 γραμμάρια στην ημερήσια διατροφή του κάθε ανθρώπου.
Παράλληλα, οι ειδικοί επιστήμονες συνιστούν τροφές που να περιέχουν άμυλο, καθώς και φυτικές ίνες, τροφές εμπλουτισμένες σε σίδηρο που αναζωογονεί το οξειδωτικό αναβολικό σύστημα του κυττάρου σε συνδυασμό με φυλλικό οξύ και βιταμίνη C.
Τώρα, βέβαια, το να ακολουθεί κάποιος ένα ιδιαίτερα αυστηρό διαιτολόγιο, όπως συμβαίνει με τη δοσολογία των φαρμάκων, δεν είναι ούτε εύκολο ούτε εφικτό. Πολλές φορές ορισμένοι σχολαστικοί ρωτούν τους γιατρούς τους ακόμα και για τις κλασικές γιορτές, όπως το Πάσχα ή τα Χριστούγεννα, «Να κάνω δίαιτα;». Η απάντηση είναι ΟΧΙ. Ασφαλώς αυτά αποτελούν ακραία παραδείγματα υπερβολής. Ομως το «μέτρον άριστον» έχει και στο θέμα διατροφής τη θέση του.
Αλλωστε, η γενιά των παππούδων μας ετρέφετο με μεσογειακή διατροφή που περιέχει με μέτρο και κρέας και τυρί, χωρίς να παρουσιάζει ιδιαίτερα προβλήματα καρδιοπαθειών, όπως οι σημερινές γενιές. Εντούτοις, οι εργασίες αυτές που κωδικοποιούν τη διατροφή μέσα, ενδεχομένως, στο πλαίσιο της υπερβολής εκφράζουν μια μεγάλη απλή αλήθεια, το ότι οι τροφές που περιέχουν σε μεγάλες ποσότητες κεκορεσμένα λίπη με υδρογονωμένα προϊόντα (trans) πρέπει τελικά να αποφεύγονται.