Ποιο είναι το συνολικό κόστος για την ελληνική κοινωνία των οικονομικών σκανδάλων που συγκλονίζουν τελευταία τη χώρα; Σε αυτό το ερώτημα δεν έχει δοθεί μέχρι τώρα απάντηση.
Στη σκιά του Βατοπεδίου και του σκανδάλου της Siemens μια ομάδα πανεπιστημιακών επιχειρεί, χρησιμοποιώντας τα μεθοδολογικά εργαλεία που παρέχει η σύγχρονη οικονομική θεωρία, να προσεγγίσει την προσοδοθηρία στην Ελλάδα και να υπολογίσει το συνολικό κόστος που προκαλούν νοσηρά φαινόμενα όπως η διαφθορά, ο νεποτισμός, η αναξιοκρατία και το πελατειακό κράτος.
Πρόκειται για μια έρευνα της οποίας τα πρώτα μεθοδολογικά ευρήματα αποκαλύπτουν σε όλο τους το
εύρος τις καταστροφικές συνέπειες της προσοδοθηρίας και της κακοδιοίκησης και αναλύονται για την «Ε» από βασικούς συντελεστές της έρευνας.
«Ως προσοδοθηρία», εξηγεί η Ασπασία Τσαούση, λέκτορας Κοινωνιολογίας του Δικαίου στο Τμήμα Νομικής του ΑΠΘ, «ορίζουμε το πλέγμα εκείνο των νόμιμων ή παράνομων πρακτικών στις οποίες επιδίδονται φυσικά ή νομικά πρόσωπα για να επηρεάσουν την κρατική πολιτική προς ίδιον όφελος.
Οι συμβατικές μελέτες στον ελληνικό χώρο αναλώνονται στον υπολογισμό του πλούτου που μεταβιβάζεται από τους πολίτες στους προσοδοθήρες (δωροδοκίες, παράνομες χορηγίες κ.λπ.).
Εμείς υιοθετούμε μια διαφορετική, ευρύτερη προσέγγιση στην έννοια της κοινωνικής ζημίας. Ξεκινάμε από την προϋπόθεση ότι το "κόστος της προσοδοθηρίας" συνίσταται ουσιαστικά στην αύξηση του ακαθάριστου προϊόντος της χώρας που θα επιτυγχανόταν εάν οι πόροι που καταναλώθηκαν ως άμεση ή έμμεση συνέπεια της προσοδοθηρίας ξοδεύονταν σε επενδύσεις».
«Η μέτρηση του άμεσου κόστους από παράνομες πρακτικές που σχετίζονται με τη διαφθορά του Δημοσίου είναι ένας βασικός παράγοντας, στον οποίο όμως πρέπει να προστεθούν και άλλοι. Διαμορφώνεται έτσι μια φόρμουλα μέτρησης που συναρτά τη συνολική έκταση της προσοδοθηρίας με το ακαθάριστο εθνικό προϊόν, τον πληθυσμό της χώρας, τον συνολικό αριθμό των δημόσιων λειτουργών που προσλήφθηκαν με μη αξιοκρατικά κριτήρια και απασχολούνται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και τα ποσοστά απευθείας/αδιαφανών αναθέσεων δημόσιων έργων σε ιδιωτικούς φορείς», υπογραμμίζει η κ. Τσαούση και διευκρινίζει:
Δρουν προσθετικά
«Στο κοινωνικό κόστος της προσοδοθηρίας θα πρέπει να προσθέσουν: το κόστος συντήρησης αποτρεπτικών μηχανισμών κατά της προσοδοθηρίας, το κόστος διαμόρφωσης και συντήρησης υπηρεσιών καταστολής (αστυνομικών, δικαστικών), το κόστος των μηχανισμών αποτίμησης των ζημιών και το κόστος από την απώλεια ανθρωπίνου κεφαλαίου καθώς οι ενέργειες που συνοδεύουν το ξέσπασμα ενός σκανδάλου (εξ)αντλούν πολύτιμο ανθρώπινο κεφάλαιο (νομικών, λογιστών, οικονομολόγων, πολιτικών) που αν δεν υπήρχε η προσοδοθηρία, θα μπορούσε να προσανατολιστεί σε πιο παραγωγικές κατευθύνσεις».
«Σε περιπτώσεις σκανδάλων με ευρεία προβολή, όπως π.χ. του Βατοπεδίου», τονίζει ο Χάρης Πεϊτσίνης, δικηγόρος και υποψήφιος διδάκτορας στον Τομέα Εμπορικού και Οικονομικού Δικαίου στο Τμήμα Νομικής του ΑΠΘ, «η συγκεκριμένη μεθοδολογία αποδεικνύεται πολύτιμη. Ετσι, για τον υπολογισμό του συνολικού κοινωνικού κόστους τέτοιων φαινομένων, θεωρούμε ανεπαρκή την τακτική μέτρησης της περιουσίας που μεταβιβάστηκε, δηλαδή αποκλειστικά του πλούτου που "άλλαξε χέρια"».
Ολυμπιακά Ακίνητα
Αντίθετα, μόνο αν προστεθούν και άλλοι παράγοντες θα έχουμε πλήρη εικόνα της κοινωνικής ζημίας: το διαφυγόν κέρδος που θα αποκόμιζε το Δημόσιο εάν εκμεταλλευόταν το Ολυμπιακό Ακίνητο με ενοικίαση σε αγοραίες τιμές, τα ποσά που πιθανώς να διοχετεύτηκαν στο εξωτερικό εξαιτίας του σκανδάλου (και χάθηκαν έτσι από την εγχώρια αγορά), οι συνολικές εργατοώρες που απασχολήθηκαν οι δικαστικοί, λογιστικοί, εκτιμητικοί και κοινοβουλευτικοί μηχανισμοί για τη διερεύνησή του, οι συνέπειες του σκανδάλου στην εικόνα της χώρας σε αλλοεθνείς επενδυτές, η συσχέτιση της σκανδαλολογίας με τις διακυμάνσεις στο χρηματιστήριο αξιών κ.ο.κ.».
«Οπου εφαρμόστηκε η σχετική μεθοδολογία τα πορίσματα προκάλεσαν σοκ», υπογραμμίζει ο κ. Πεϊτσίνης και διευκρινίζει: «Εάν π.χ. το ποσό που κόστισε στο Ελληνικό Δημόσιο η αποτυχία ενός και μόνο νόμου (ενίσχυσης χρεοκοπημένων επιχειρήσεων, Ν.1386/1983) όπως υπολογίστηκε το 2002, για τα έτη 1983-1989, είχε καταναλωθεί την ίδια χρονιά σε άμεσες δημόσιες επενδύσεις, η εθνική παραγωγικότητα θα αυξανόταν πάνω από 20 ποσοστιαίες μονάδες!
Ερευνητές του εξωτερικού φτάνουν σε πιο ακριβή συμπεράσματα: γνωρίζουμε π.χ. πως η αύξηση του δείκτη διαφθοράς κατά μία μονάδα (συρρίκνωση δηλαδή της διαφάνειας-χρηστής διοίκησης κατά 0,78%) μειώνει τον ρυθμό ανάπτυξης του εισοδήματος των πτωχών κατά 7,8% ανά έτος.
Οι Johnson, Kaufmann και Zodo-Lobaton (1998) βρήκαν ότι αύξηση της διαφθοράς σε μια χώρα κατά 1 μονάδα (σε μια κλίμακα από το 0 έως το 6, όπου το 6 δείχνει έλλειψη διαφθοράς) οδηγεί σε μείωση του ΑΕΠ της χώρας αυτής κατά 0,84!».