Με μπαράζ ανατιμήσεων σε χιλιάδες καταναλωτικά προϊόντα και είδη πρώτης ανάγκης ξεκινά το 2011 λόγω της αύξησης του ΦΠΑ από 11% σε 13%, μέσω της οποίας υπολογίζεται ότι θα βγουν από τις τσέπες των Ελλήνων πολιτών 800 εκατ. ευρώ με 1 δισ. ευρώ προς ενίσχυση των δημοσίων εσόδων.
Ολα τα προϊόντα διατροφής, οι καθημερινές μετακινήσεις με ταξί και μέσα μεταφοράς, το ηλεκτρικό ρεύμα και το νερό, οι υπηρεσίες υγείας, τα εισιτήρια των κινηματογράφων, οι υπηρεσίες εστίασης κ.ά. γίνονται ακριβότερα φέτος, ενώ τα μόνα που φτηναίνουν είναι τα φάρμακα και τα... δωμάτια των ξενοδοχείων λόγω της μείωσης του ΦΠΑ από το 11% στο 6,5%.
Η τρίτη κατά σειρά αύξηση στο Φόρο Προστιθέμενης Αξίας αναμένεται ότι θα προκαλέσει αλυσιδωτές ανατιμήσεις στην αγορά και θα επιβαρύνει ακόμη περισσότερο το κόστος ζωής των πολιτών αλλά και τις λειτουργικές δαπάνες των επιχειρήσεων, οι οποίες συνηθίζουν να μετακυλίουν με τη σειρά τους το επιπλέον κόστος στην κατανάλωση.
Από την αύξηση του ΦΠΑ επηρεάζεται άμεσα το «καλάθι της νοικοκυράς», καθώς ο νέος συντελεστής επηρεάζει όλα τα είδη διατροφής και τα νερά-αναψυκτικά (εξαιρούνται τα νωπά λαχανικά και το αλκοόλ) που πωλούνται στα ράφια των σουπερμάρκετ, στους φούρνους, τα κρεοπωλεία, τα ιχθυοπωλεία κ.ά. Οι αυξήσεις ανάλογα με τα προϊόντα κυμαίνονται από 2 έως και 20 λεπτά και με συντηρητικούς υπολογισμούς το μηνιαίο κόστος για τα ψώνια μιας τετραμελούς οικογένειας στο σουπερμάρκετ αυξάνεται κατά 6 έως 10 ευρώ.
Η προθυμία αλλά και οι δυνατότητες των επιχειρήσεων να απορροφήσουν την αύξηση του ΦΠΑ μένει να φανεί στην πράξη τις επόμενες εβδομάδες, καθώς από τη μια η πτώση της κατανάλωσης οξύνει τον ανταγωνισμό, ενώ από την άλλη το δυσχερές οικονομικό περιβάλλον για τις επιχειρήσεις ευνοεί τη συμπίεση των περιθωρίων κέρδους.
Δεσμεύσεις από δύο αλυσίδες
Από τις μεγάλες αλυσίδες σουπερμάρκετ μόνο η Lidl έχει ανακοινώσει επίσημα ότι θα απορροφήσει την αύξηση του ΦΠΑ σε 1.150 προϊόντα ενώ ανάλογα έχει δεσμευτεί ότι θα πράξει σε 359 προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας (σειρά «365») η ΑΒ Βασιλόπουλος.
Σύμφωνα με το υπουργείο Περιφερειακής Ανάπτυξης πάντως, οι τιμές συνολικά 532 προϊόντων θα μειωθούν μέσα στον Ιανουάριο και μέχρι το πρώτο 15νθήμερο του Φεβρουαρίου στο πλαίσιο της συμφωνίας που έχει γίνει με προμηθευτές και σουπερμάρκετ. Ηδη, σύμφωνα με το υπουργείο, μειώθηκαν μέχρι το τέλος του 2010 οι τιμές σε 126 προϊόντα.
* Ακριβότερη λόγω ΦΠΑ γίνεται και η διασκέδαση για τους Ελληνες καθώς συμπαρασύρονται όλα τα σερβιριζόμενα είδη. Η αύξηση του ΦΠΑ από 11% σε 13% εκτιμάται ότι θα συμπαρασύρει προς τα πάνω τις τιμές στις ταβέρνες, τις καφετέριες-καφενεία, στα ζαχαροπλαστεία. Επίσης 2% θα ακριβύνουν τα εισιτήρια στους κινηματογράφους, στις συναυλίες, στις εκθέσεις, τις αθλητικές εκδηλώσεις και γενικά στα πολιτιστικά δρώμενα.
Την ανιούσα παίρνουν τα τιμολόγια των ΔΕΚΟ σε ό,τι αφορά την ηλεκτρική ενέργεια (σ.σ.: τα νέα αυξημένα τιμολόγια της ΔΕΗ που ισχύουν από 1/1/2011 περιλαμβάνουν και την αύξηση του ΦΠΑ), τις τιμές του φυσικού αερίου αλλά και την ύδρευση (ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ κ.ά).
Αύξηση έρχεται επίσης στις τιμές των εισιτηρίων των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς (λεωφορεία, τραμ, μετρό, τρένα, ταξί) που μέχρι σήμερα εντάσσονταν σε ΦΠΑ 11%, ενώ με επιπλέον 2% στο ΦΠΑ επιβαρύνονται οι υπηρεσίες των μαστόρων για τις επισκευές παλαιών ιδιωτικών κτρίων όπως ηλεκτρολόγοι, υδραυλικοί, ελαιοχρωματιστές κ.ά.
Πάνω η θεραπεία - κάτω τα φάρμακα
Στον τομέα της υγείας ακριβότερα θα πληρώνουν οι ασθενείς τις παρεχόμενες υπηρεσίες (τιμολόγια θεραπευτηρίων, διαγνωστικών κέντρων), αλλά φτηνότερα θα είναι τα φάρμακα, που πλέον θεωρούνται είδος πρώτης ανάγκης και θα επιβαρύνονται με ΦΠΑ 6,5% αντί 11% μέχρι σήμερα (ενδεικτικές μειώσεις σε τιμές φαρμάκων, βλ. πίνακα σελ. 20).
Θα ωφεληθούν κατά συνέπεια οι προϋπολογισμοί των ασφαλιστικών ταμείων, αν και η μεγάλη δαπάνη οφείλεται στην πολυφαρμακία και την υπερσυνταγογράφηση. Ηδη τα Ταμεία μείωσαν τις δαπάνες τους κατά 800 εκατ. ευρώ το 2010 και υπολογίζεται επιπλέον μείωση κατά 1,4 δισ. ευρώ το τρέχον έτος συνυπολογίζοντας και τη μείωση των τιμών.
Από τη μείωση του ΦΠΑ ωστόσο μικρό όφελος θα έχουν οι ασφαλισμένοι οι οποίοι μετέχουν στη φαρμακευτική δαπάνη κατά 25%, πλην των χρόνιων και ανίατων ασθενειών όπου υπάρχει μειωμένη (10%) ή μηδενική συμμετοχή. *