Πηγαίνεις υγιής και φεύγεις άρρωστος. Μίζερο, στενάχωρο, απαξιωτικό το περιβάλλον του δημόσιου νοσοκομείου. Αραγε αν πας άρρωστος, σε τι κατάσταση φεύγεις; Σάββατο στο Λαϊκό Νοσοκομείο. Το κιτς χριστουγεννιάτικο δέντρο στην είσοδο των εξωτερικών ιατρείων, με τις κόκκινες, τις χρυσές μπάλες και το χρυσό αστέρι στην κορυφή, καλωσορίζει τον επισκέπτη.
Το βλέμμα φεύγει αμέσως, αφού το πλήθος των ανθρώπων που περιμένουν όρθιοι και καθισμένοι πίσω από δύο πόρτες το κερδίζει. «Παθολογικό ιατρείο», γράφει η πολυπόθητη πόρτα που όλοι περιμένουν να διαβούν. Αλλοι τσακώνονται για μία από τις δέκα πλαστικές θέσεις στην «αίθουσα αναμονής» - διάδρομος των εξωτερικών ιατρείων: «Μια άλλη κυρία καθόταν εδώ. Μην καθίσετε». «Δεν πειράζει, μόλις γυρίσει θα βρει άλλη θέση».
Από τις 8 το πρωί ο κόσμος ξεκίνησε να καταφτάνει στο Παθολογικό των εξωτερικών ιατρείων του Λαϊκού. Δύο νούμερα είχαν εξυπηρετηθεί μέχρι τις 11. Ακόμα δύο μέχρι τη 1 το μεσημέρι. Μετά ήρθε το ΕΚΑΒ με τέσσερις ασθενείς και... σταμάτησε ο χρόνος.
«Εχω έρθει από τις εννιά παρά, έχω το 14 και είναι μέσα το 4», λέει η 47χρονη που έχει φέρει τη μητέρα της με βρογχίτιδα. Εν τω μεταξύ, ο φωτεινός πίνακας, που κι αυτός ακολουθεί τους αργούς ρυθμούς του νοσοκομείου, γράφει ότι μέσα είναι το 2.
Ωρα δύο το μεσημέρι
«Ξέρω εγώ τι κάνουν;», λέει η 47χρονη στη διπλανή της: «Εφερε το ΕΚΑΒ τέσσερα άτομα πριν από μία ώρα και έχουν σταματήσει οι γιατροί να βλέπουν κόσμο που ήρθε με άλλο μέσο στο νοσοκομείο. Γι' αυτό πάμε πίσω. Οχι όμως ότι και πριν τους έβλεπαν με ταχύτητα», λέει.
Ενας νέος υποψήφιος προς εξέταση ασθενής, που έφτασε στις δύο το μεσημέρι στα εξωτερικά ιατρεία του Λαϊκού, θα έπαιρνε τον αριθμό 34. Φέξε μου και γλίστρησα, δηλαδή.
«Μπήκαν τα έκτακτα», λέει ένας 65χρονος που έχει φέρει τον αδερφό του με δύσπνοια, βήχα και «βράσιμο στο στέρνο». «Ενα ιατρείο είναι. Εχει όμως 6-7 γιατρούς μέσα απ' ό,τι έχω δει. Δεν έχει όμως σύστημα. Τα έκτακτα δεν θα 'πρεπε να είναι ξεχωριστά από τους αριθμούς; Κάποιος που έρχεται και παίρνει τον αριθμό 5 πρέπει να περιμένει μέχρι το βράδυ;», διερωτάται.
«Είναι πολλοί παθολόγοι και πολλά τα περιστατικά», εξηγεί η προϊσταμένη νοσηλεύτρια σε μια γυναίκα που δεν περιμένει να εξεταστεί, αλλά να δουν οι γιατροί τις εξετάσεις του συζύγου της, που είδαν πρώτο στη σημερινή εφημερία και τον παρέπεμψαν για εξετάσεις. «Περιμένω να μου πουν τι θα κάνω με τον άντρα μου», της λέει και προσθέτει: «Είναι τέσσερα περιστατικά και 6-7 παθολόγοι». Η προϊσταμένη ωστόσο είχε ήδη χαθεί πίσω από την πόρτα του παθολογικού ιατρείου.
Το κέντρο διαλογής, το οποίο κατευθύνει τους ασθενείς ανάλογα με το τι έχουν στην κατάλληλη ειδικότητα, έχει δύο ειδικευόμενους νέους γιατρούς και μία νοσηλεύτρια. Δεν βοηθούν την κατάσταση του παθολογικού, όμως, που «σε κάθε γενική εφημερία» όπως μας λένε «λειτουργεί στο κόκκινο».
Λίγο πιο κάτω στο Ορθοπεδικό η αναμονή δεν είναι κακή. «Με πήραν πολύ γρήγορα. Δεν περίμενα πάνω από 20 λεπτά», μας είπε μια 70χρονη που έπαθε κάταγμα στο χέρι.
Στο Καρδιολογικό, μια γυναίκα γύρω στα 60 κάθεται υπομονετικά: «Εχω έρθει πρώτη, με είδαν οι γιατροί, με έστειλαν για εξετάσεις, έκανα μία ώρα να τις κάνω και να βγουν τα αποτελέσματα και περιμένω από τις 9.30 απαντήσεις. Και πού είναι οι απαντήσεις στις δύο το μεσημέρι;». Η 60χρονη έφτασε στο νοσοκομείο, όπως μας περιέγραψε, με «πολύ μεγάλη ταχυπαλμία, δεν κοιμήθηκε όλο το βράδυ, ενώ έχει και πίεση».
Το καρδιολογικό, όπως μάθαμε, δεν λειτουργεί με νούμερα, αλλά με σειρά προτεραιότητας λόγω της μικρότερης προσέλευσης του κόσμου. Περίπου 14 άτομα περιμένουν.
«Περιμένουμε εδώ 8ωρο, όσο διαρκεί η εφημερία», λέει η ίδια που, όπως εξηγεί, έχει «εμπειρία από τα δημόσια νοσοκομεία. Πρέπει να έχεις λεφτά. Πας στο ιδιωτικό και τελειώνεις. Στα δημόσια δεν είδαμε ποτέ υγεία στην Ελλάδα. Τίποτα δεν λειτουργεί στη δημόοσια υγεία. Στο Παθολογικό είναι που δεν μπορείς με τίποτα να πας!» μας λέει...
Επιστροφή στο Παθολογικό...
«Γιατί δεν έχουμε μπει ακόμα», ρωτάει μια μαυροφορεμένη 92χρονη το γιο της. «Κάτσε ρε μάνα, κάτσε», της λέει εκείνος. Από τις 8 το πρωί είναι εκεί και μια 40χρονη με τον πατέρα της. Ωρα 2.30 έξω από το παθολογικό ιατρείο, όρθια γερμένη σε ένα τοίχο περιμένει για να ρυθμίσει ένα φάρμακο του πατέρα της, με τις νέες σχετικές εξετάσεις ανά χείρας.
«Να ρυθμίσω ένα φάρμακο περιμένω», λέει στο νεαρό σεκιουριτά που έχει αναλάβει «πόρτα» στο παθολογικό γραφείο. Ανοίγει όταν οι ασθενείς χτυπάνε και απαντά στα ερωτήματά τους.
«Εντάξει», λέει στη 40χρονη. «Αμα δω καμία ευκαιρία θα σου πω». «Εξυπηρετικότατος», σχολιάζει η γυναίκα.
«Πόσοι παθολόγοι είναι μέσα;» τον ρωτάμε. Γυρνάει το κεφάλι του προς τα μέσα, σαν να θέλει να τους μετρήσει. «Δεν είναι δύο - τρεις; Δεν μπορεί να είναι μόνο ένας», επιμένουμε. «Είναι επτά», απαντά. «Επτά και ασχολούνται με τα τέσσερα έκτακτα όλοι;», ρωτάμε. «Ναι, δύο-τρεις σε κάθε φορείο», μας λέει και συνεχίζει: «Τι να κάνουν, να τους αφήσουν να πεθάνουν;». «Ο κόσμος περιμένει», του λέει ένας άλλος κύριος. «Ενας δεν μπορεί να εξετάζει αυτούς που περιμένουν με αριθμό;». Ο σεκιουριτάς δεν ξέρει τι να απαντήσει.
Τα ρολόγια στα εξωτερικά ιατρεία του Λαϊκού, αποσυντονισμένα κι αυτά. Το ένα δείχνει μία η ώρα, κι άλλο λίγο πιο κάτω, δύο.
Ο 45χρονος που συνοδεύει την 92χρονη, διπλωμένη στο κάθισμα του διαδρόμου μητέρα του, που έχει κρίση των νεφρών, μας λέει: «Τους είπα, 92 χρονώ, δεν μπορεί να περιμένει, έχει πόνο. Τίποτα. Δεν έχουν καιρό. Εκτακτα μπαίνουν και εμάς μας παρατάνε».
«Κάνα κανάλι να έρθει εδώ», αναφωνεί κάποιος άλλος.
Μία γυναίκα σηκώνεται να φύγει. «Πείτε τους χαιρετίσματα από τη Μαίρη τη Μ.... όταν έρθει η σειρά σας», λέει στη γυναίκα που καθόταν δίπλα της. Φεύγει όπως έκανε και το νούμερο 6, σπεύδει να μου εξηγήσει ο 45χρονος. «Πρέπει να καλούμε ασθενοφόρο για να μπαίνουμε μέσα», γυρνάει και λέει στη μητέρα του, η οποία από τον πόνο δεν τον ακούει.
«Πάντα αυτό γίνεται» σχολιάζει και στρέφεται προς το νεαρό σεκιουριτά που έχει ανοίξει την πόρτα για να βγει ένας γιατρός. «Από τις 11 η ώρα περιμένω», του φωνάζει.
«Κύριε, θα περιμένετε», του απαντά ο σεκιουριτάς.
- «Τι κύριε, καλά εγώ αντέχω, είμαι νέος, η άλλη όμως είναι 92 χρονώ».
- «Και αυτούς που έχουμε μέσα, κύριε, τι θα τους κάνουμε; Θα τους πετάξουμε έξω;».
- «Εχουν βγει τρεις από τους τέσσερις που ήρθαν με το ΕΚΑΒ».
Ο σεκιουριτάς το παίρνει προσωπικά. Πλησιάζει τον 45χρονο φωνάζοντας: «Ωραία, ποιο είναι το πρόβλημά σου;».
92 χρονώ στην ουρά
«Αντέχει αυτή, 92 χρονώ; Ηρέμησε, μη μου φωνάζεις», του απαντά ο 45χρονος.
Ο σεκιουριτάς έχει γίνει έξαλλος. Οντως φωνάζει. «Τι θέλεις να κάνουμε; Να τους σκοτώσουμε;» Η 92χρονη έχει σηκωθεί από την καρέκλα της και πλησιάζει το γιο της και τον σεκιουριτά. «Δεν σου είπε τίποτα», λέει ξεψυχισμένα στον σεκιουριτά: «Μη μαλώνετε». Ενας άλλος σεκιουριτάς έχει πλησιάσει και κρατάει το νεαρό συνάδελφό του. «Ασε με ρε Γιώργο» του φωνάζει ο τελευταίος. «Είναι 92 χρονώ και έχει πόνο στο νεφρό. Τι πρέπει να κάνω για να τη δει ο γιατρός. Να φωνάξω ασθενοφόρο;», συνεχίζει ο 45χρονος.
Οι δύο σεκιουριτάδες έχουν απομακρυνθεί και τον 45χρονο έχει τώρα πλησιάσει ένας άλλος. «Καταλαβαίνετε;» του λέει αυστηρά.
«Καταλαβαίνω. Αυτοί μέσα καταλαβαίνουν τον πόνο το δικό μου;».
«Να σε βάλω τώρα μέσα δεν έχει κρεβάτι», απαντά ο σεκιουριτάς.
«Τι να το κάνω το κρεβάτι. Ας τη δει όρθια. Ας την εξετάσει όπως να 'ναι, δεν είναι δικό μου πρόβλημα αν έχει κρεβάτι ή όχι, αν είναι 5 ή δέκα γιατροί. Δικό μου πρόβλημα είναι ότι έχω μία 92χρονη που βογκάει από τον πόνο από τις 11 το πρωί εδώ και έχει πάει 3!»
«Αυτό δεν είναι δικό μου θέμα», του λέει ο σεκιουριτάς.
«Ε, τότε μην ανακατεύεστε. Πηγαίνετε να κάνετε τη δουλειά σας και να μας εξηγήσουν οι γιατροί. Αφού δεν είναι δικό σας θέμα απορώ γιατί βγαίνετε έξω να εξηγήσετε», λέει ο 45χρονος.
«Ετσι είναι σε όλα τα νοσοκομεία, έτσι είναι το σύστημα», δικαιολογείται ο σεκιουριτάς. «Εγώ είμαι εδώ για μια δουλειά για να μην μπαίνει κανείς μέσα».
«Πονάει η γυναίκα, απλά δεν την έφερε το ΕΚΑΒ. Δεν μπορείς να μου λες ότι έχω άδικο που φωνάζω».
«Ετσι είναι σε όλα τα νοσοκομεία. Δεν είναι δικό μου θέμα», επαναλαβάνει ο σεκιουριτάς.
«Δεν μας υπολογίζουν»
Τώρα στο διάδρομο μιλάνε όλοι μαζί. Συζητούν την απαράδεκτη κατάσταση. «Επτά γιατροί είναι πολλοί», «Δεν μας υπολογίζουν», «Χάρη μάς κάνουν», «Τέσσερα φορεία μπήκαν μέσα, από ένα να πάρει ο καθένας, πόση ώρα θα πάρει», «Δεν θα κάνει μία ώρα και...», «Οχι, τι του κάνει; Χειρουργείο τού κάνει; Μην τρελαθώ τώρα». «Εξαρτάται τι θα έχει αυτός· δεν το ξέρουμε, κυρία μου, ούτε εμείς ούτε εσείς», μπαίνει πάλι στην κουβέντα, ήρεμος ξανά ο νεαρός σεκιουριτάς. «Μα ακούτε τώρα, να ακούτε λίγο, δεν είναι έτσι». «Κοροϊδεύετε τον κόσμο», ακούγεται μια γυναικεία φωνή από τα καθίσματα. «Δεν βγαίνουν οι γιατροί να αντιμετωπίσουν την κατάσταση», λέει άλλη γυναίκα. «Καλύτερα να βγει ένας γιατρός από το να βγαίνει το παιδί και να εξηγεί». «Εγώ δεν θέλω ούτε εξέταση ούτε τίποτα, μία ρύθμιση φαρμάκου» επαναλαμβάνει η γυναίκα που συνοδεύει τον πατέρα της.
«Δεν έχεις, παλικάρι μου, εσύ καμία ευθύνη για αυτό που συμβαίνει. Μη συγχύζεσαι. Μην το παίρνεις πάνω σου», λέει στο νεαρό σεκιουριτά μια 70χρονη που περιμένει όρθια από το πρωί με το σύζυγό της στο καροτσάκι. «Φώναξε ένα γιατρό». «Αμα τον βρω», απαντάει ο νεαρός σεκιουριτάς. Ο άντρας της 70χρονης σηκώθηκε το πρωί και κατέρρευσε. «Δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια του. Μούδιασε το σώμα του όλο και δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη. Ηρθαμε στις 12». «Και περιμένετε μέχρι τώρα χωρίς να σας έχει δει γιατρός», αναρωτηθήκαμε. Η ώρα ήταν τέσσερις παρά. «Να πάω να τους ξαναρωτήσω στη διαλογή λέτε, ε;».
Από τη διπλανή πόρτα (έχει δύο το Παθολογικό) βγαίνει ένας γιατρός. «Ποιος φωνάζει, ποιος φωνάζει», φωνάζει. Θυμίζει δάσκαλο που προσπαθεί να βάλει τάξη σε μια εξαγριωμένη τάξη εφήβων. «Μπορείτε να μη φωνάζετε; Δεν μπορώ να εξετάσω. Ησυχία». «Αυτό είναι που σας ενοχλεί. Γι' αυτό καθυστερούμε;» τον ρωτάει ο 45χρονος. «Ναι», του απαντάει. «Ποιος φωνάζει, πείτε μου». «Ολοι» του απαντούν όλοι. «Και θέλετε να εξεταστείτε;», ρωτάει.
«Γιατί τόσο μεγάλη ταλαιπωρία και αναμονή;», τον ρωτάω γρήγορα. «Γιατί, γιατί έτσι είναι το σύστημα», απαντάει και συνεχίζει προς το πλήθος:
«Υπάρχει κάποιος κύριος ή κυρία από τους ουρολόγους που έχει λίγο αυξημένο το...» Κάποιος πλησιάζει προς το μέρος του. «Ελάτε» του λέει και κλείνει την πόρτα πίσω του.
Δύο και είκοσι πέντε η ώρα και το νούμερο πέντε μπαίνει μέσα.
Στις τρεις και πριν βγει το νούμερο πέντε καταφθάνει το ΕΚΑΒ με τρία νέα περιστατικά. «Τελειώσαμε», ακούστηκε κάποιος να λέει. Οι υπόλοιποι απλά κούνησαν τα κεφάλια τους. *