Το κρίσιμο ζήτημα για τους έλληνες σήμερα είναι η ανάκτηση της χαμένης τους υπερηφάνειας και η απόκτηση εθνικής αλλά και ατομικής αυτοπεποίθησης. Ενας λαός, που για δεκαετίες είχε ουσιαστικά στηριχθεί στην προστατευτική παρουσία του δημόσιου τομέα, βρίσκεται τώρα δίχως υποστήριξη και με ανύπαρκτο προσανατολισμό μπροστά σε ένα τελείως άγνωστο πολιτικό τοπίο. Η ανάμιξη του έλληνα στην πολιτική δεν είχε σχεδόν ποτέ σαν κινητήρια δύναμη την ισχύ των ιδεών και την παρουσία της ιδεολογίας. Η εμπλοκή του στα πολιτικά δρώμενα ήταν σχεδόν πάντοτε αποτέλεσμα της προσδοκίας για κάποιας μορφής οικονομική πατρωνία από το κράτος. Είτε με την μορφή υποστήριξης στις οποιεσδήποτε δοσοληψίες του με τον δημόσιο τομέα και την απρόσωπη γραφειοκρατία είτε με την μέθοδο του διορισμού σε κάποια κρατική θέση για τον πολίτη η πολιτική κατείχε τα κλειδιά που του άνοιγαν τον δρόμο για ένα καλύτερο αύριο.
Ακόμα κι εκείνοι που δεν προσέβλεπαν σε ατομικές εξυπηρετήσεις
Με την οικονομική κατάρρευση του ελληνικού κράτους όλα αυτά οδηγήθηκαν σε ένα άδοξο τέλος. Η πολιτική δεν είναι πλέον σε θέση να μοιράσει δημόσιους πόρους. Το κράτος δεν μπορεί πιά να κάνει κάποιους πλούσιους και κάποιους άλλους φτωχούς. Τα κόμματα δυσκολεύονται να διαμεσολαβήσουν ανάμεσα στον εκλογέα – πελάτη και τις επαγγελματικές του προοπτικές. Το πάρτι της οικονομικής συμμετοχής σε δημόσιες προσόδους είναι αδύνατον να συνεχισθεί. Το χειρότερο μάλιστα είναι πως η προσοδοθηρία με την οποία είχαν συνηθίσει να ζούν οι Έλληνες, με χρήματα μάλιστα δανεικά από το εξωτερικό, έγινε γνωστή στα πέρατα της οικουμένης. Η Ελλάδα συνδέθηκε με την διαφθορά, την άκοπη καλοπέραση και την επιβίωση σε βάρος των κόπων των άλλων. Η εικόνα της χώρας και του λαού μας τσαλακώθηκε. Η δημοκρατία που ιδρύθηκε στην Ελλάδα αντικαταστάθηκε από την κλεπτοκρατία που αντιπροσωπεύει το σημερινό δημόσιο προφίλ της χώρας.
Σαν συνέπεια η κοινή γνώμη στρέφεται κατά της πολιτικής. Την οποία θεωρεί υπεύθυνη για τα αδιέξοδα. Και στην οποία φορτώνει και τα οικονομικά αδιέξοδα αλλά και την διεθνή δυσφήμιση της χώρας. Και δίχως δεύτερη σκέψη υποστηρίζει πως η χώρα θα μπορούσε εύκολα να βγεί από τις σημερινές δυσκολίες αρκεί οι πολιτικοί να ύψωναν τον ανάστημά τους και να αρνούνταν την συμφωνία (Μνημόνιο) με τους καινούργιους μας δανειστές. Αυτή η συμπεριφορά αντανακλά μιά μάλλον φυσιολογική αντίδραση απέναντι στην κρίση. «Άρνηση της πραγματικότητας», την αποκαλούν οι ψυχολόγοι. Κι έχει να κάνει με την αναχωρητικότητα από τα πραγματικά προβλήματα και την εύρεση καταφυγίου σε ιδανικές καταστάσεις. Η χώρα σήμερα ξοδεύει για τις ανάγκες της (μισθοί λχ και συντάξεις) πολύ περισσότερα από όσα εισπράττει από την παραγωγική της δράση. Τα δάνεια λοιπόν της λεγόμενης Τρόικας δεν καλύπτουν μόνο τις δανειακές μας υποχρεώσεις. Καλύπτουν και ζωτικές καθημερινές μας ανάγκες. Που διαφορετικά θα έπρεπε να βγούμε από το ευρώ και να πτωχεύσουν για να τις ικανοποιήσουμε. Σε ένα περιβάλλον βέβαια φρικιαστικών κοινωνικών αδιεξόδων, αναταραχής και διάλυσης του αστικού μας ιστού.
Ταυτόχρονα ο κόσμος εγκαταλείπει κι αδιαφορεί για την πολιτική. Εξ’ ού και τα τεράστια νούμερα αποχής από τις εκλογές. Δίχως δυνατότητα επίλυσης - μέσω παρεμβάσεων - προσωπικών προβλημάτων, για τους περισσότερους η πολιτική είναι αδιάφορη. Συνακόλουθα το πολιτικό σύστημα βυθίζεται σε μιά σοβαρότατη κρίση νομιμοποίησης. Οι εκλογείς θα πρέπει να εθισθούν στην ιδέα πως η πολιτική είναι προτάσεις και ιδέες. Κι όχι αναζήτηση μεθόδων επίλυσης προσωπικών αδιεξόδων. Μόνο μέσα από αυτήν είναι δυνατή μιά πιθανή έξοδος από την κρίση. Και μόνο αυτή είναι σε θέση να οδηγήσει την χώρα στην αποκατάσταση της τραυματισμένης της υπόληψης και στην ανόρθωση του ηθικού του λαού. Η πολιτική πρέπει να εγκαταλείψει τον παλιό της ρόλο. Του πάτρωνα δηλ. που ήταν επιφορτισμένος με την προώθηση των προσωπικών ζητημάτων και προσδοκιών των πελατών – ψηφοφόρων του. Αυτό όμως οφείλουν να το κατανοήσουν κατά κύριο λόγο οι εκλογείς. Και να επιλέξουν παρατάξεις απαλλαγμένες από το μικρόβιο του λαϊκισμού, της μικροπολιτικής και του επαρχιώτικου παραγοντισμού. Διαφορετικά, εύκολη διέξοδος από τα σημερινά αδιέξοδα δεν θα υπάρξει. Η κρίση μπορεί να αποδειχθεί μιά ευκαιρία για τον τόπο, για να αποτινάξει από πάνω του τις αρρωστημένες συνήθειες του παρελθόντος.