(ΠΗΓΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)
Με τα καροτσάκια πετάνε ληγμένα, ανοιγμένα, άχρηστα φάρμακα από τα φαρμακεία των νοσοκομείων, όπου έχουν ξεκινήσει έλεγχοι από τους επιθεωρητές Δημόσιας Υγείας. Μέσα σε ένα πλέγμα αντιξοοτήτων, το υπ. Υγείας επιχειρεί να βάλει κάποια τάξη και να θέσει νέους κανόνες στη χρήση και διακίνηση των φαρμάκων για τους νοσηλευόμενους ασθενείς.
Πρώτος κανόνας, ότι οι γιατροί πρέπει να επιλέγουν μόνο από τέσσερα φάρμακα για κάθε δραστική ουσία και όχι από έναν μεγάλο αριθμό, όπως γινόταν μέχρι σήμερα. Τα τέσσερα αυτά φάρμακα, μια νέα «ιδιότυπη» λίστα, είναι της απολύτου επιλογής τους, αφού το υπουργείο δεν θέτει θέμα τιμής. Ο δεύτερος κανόνας επιβάλλει κάθε φαρμακείο νοσοκομείου να διαθέτει στοκ μόνο για ένα μήνα και κάθε κλινική για 15 ημέρες. Η όλη επιχείρηση στοχεύει στο νοσοκομείο να μπαίνουν λιγότερα φάρμακα, για να υπάρχει καλύτερος έλεγχος. Ενα τουλάχιστον από τα τέσσερα ιδιοσκευάσματα ή και περισσότερα πρέπει να είναι γενόσημα (φθηνότερα αντίγραφα που μπορούν να υποκαταστήσουν πολλά πρωτότυπα και ακριβά). Καθώς ο περιορισμός της φαρμακευτικής δαπάνης αποδεικνύεται όχι και τόσο εύκολη υπόθεση, όπως είχε εκτιμηθεί αρχικά, το υπ. Υγείας προωθεί ελέγχους στα νοσοκομεία (εάν έχουν συγκροτηθεί οι αρμόδιες επιτροπές γιατρών - νοσοκομειακών φαρμακοποιών, τι γίνεται με το στοκ κ.λπ.), με στόχο το β΄ εξάμηνο του 2010 να υπάρξει εξοικονόμηση άνω του 10% στις δαπάνες. Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου, τον πρώτο μήνα εφαρμογής των μέτρων υπήρξε εξοικονόμηση 3%.
Το κόστος της χορήγησης φαρμάκων από τα νοσοκομεία ανέρχεται σε 1,3 δισ. ευρώ και, σύμφωνα με το ενιαίο πρόγραμμα προμηθειών, φθάνει με τα διάφορα υλικά τα 2,6 δισ. Συνολικά, με την προσθήκη των δαπανών θέρμανσης και καθαριότητας, υπολογίζεται σε 3 δισ. ευρώ. Επομένως, μέσα στο 2010 πρέπει να εξοικονομηθούν 300 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σταθερότητας, ένα εγχείρημα δύσκολο, εάν ληφθεί υπ’ όψιν και η στροφή του κόσμου, λόγω ανάγκης, στο δημόσιο σύστημα περίθαλψης.
Η όλη προσπάθεια «σκοντάφτει» σε εγγενείς αδυναμίες του ΕΣΥ. Σε πολλά νοσοκομεία υπάρχουν μεγάλες ελλείψεις νοσοκομειακών φαρμακοποιών, μάλιστα σε 15 από αυτά αναφέρεται ότι δεν υπάρχει κανένας. Αρκετά νοσοκομεία έχουν μηχανογραφημένα φαρμακεία και καταγράφουν τα αποθέματά τους, δεν υπάρχει όμως ουσιαστική σύνδεση με τις κλινικές για να ελέγχεται η πορεία κάθε συσκευασίας.
Στις περισσότερες περιπτώσεις η προϊσταμένη της κλινικής παραγγέλνει τα φάρμακα για όλους τους νοσηλευόμενους (δεν υπάρχει ατομικό συνταγολόγιο), με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ελεγχθεί πόσα και ποια πήρε ο καθένας. Καθώς δεν υπάρχουν θεσμοθετημένα θεραπευτικά πρωτόκολλα, είναι δυνατόν να χορηγούνται στους ασθενείς περισσότερα ή και λιγότερα φάρμακα από αυτά που χρειάζονται. Επίσης, είναι εύκολο να uπεισέρχονται συμφέροντα εταιρειών (άλλα σήμερα, άλλα αύριο), σε γιατρούς και φαρμακοποιούς, με αποτέλεσμα την πολυφαρμακία και δυσανάλογο κόστος για τα Ταμεία και το Δημόσιο.